Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Να μην συνηθίσουμε στην ύβρη

hub


Σε αντίθεση με την έννοια που η νεότερη και μετα-αρχαϊκή ανθρωπότητα αποδίδει στην λέξη ύβρη, ως ασέβεια προς οτιδήποτε πρεσβεύει κάποια κοινή αξία ή ταύτιση με κάθε είδους ενέργεια που θίγει την τιμή, το αξίωμα και την αξιοπρέπεια κάποιου, για τον αρχαιοελληνικό κόσμο η ὕβρις έχει αυστηρά πολιτικό χαρακτήρα. Η ὕβρις αποτελεί συστατικό στοιχείο του πολιτικού συστήματος των Αθηνών και η σημασία της μεταφέρεται μέσα από έναν εξίσου πολιτικό θεσμό, την Τραγωδία. (Δεν  είναι τυχαίο άλλωστε ότι με την πτώση του δημοκρατικού πολιτεύματος το 401 π.Χ. αμέσως μετά δηλαδή το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου, επήλθε και ο θάνατος της τραγωδίας, αλλά και της φιλοσοφίας. Έκτοτε οι πολιτικές ‘ύβρεις’ που διεπράχθησαν από τα Μακεδονικά βασίλεια και τις διάφορες πολιτικές ελίτ συνεχίζουν μέχρι σήμερα μέσω των φιλελεύθερων ολιγαρχιών να συμβάλλουν στην κοινωνική υποδούλωση και στον σφετερισμό κάθε προσπάθειας της ανθρώπινης χειραφέτησης). Η ὕβρις αναφέρεται στην λυσσαλέα επιθυμία της παράβασης (Καστοριάδης 2006, σ.177) αλλά πάνω απ’ όλα στην υπερβολή του δήμου και την παραφροσύνη (Καστοριάδης 2008, σ.111), στην παραβίαση των ορίων (Καστοριάδης 2008, σ.210) και στην αδυναμία του να αυτοπεριορίζεται, βασική προϋπόθεση για να επιτευχθεί η δημοκρατία, ως πολίτευμα και καθεστώς αυτονομίας. Συνεπώς, για τον Καστοριάδη (2008, σ.193) η δημοκρατία είναι συνεχώς εκτεθειμένη σε θεωρητικούς κινδύνους, ένα καθεστώς που μπορεί να οδηγήσει σε θανάσιμα λάθη. Η πτώση της Αθήνας είναι ταυτόχρονα το αποτέλεσμα και η αιτία της ύβρεως που κυρίευσε τον δῇμον – λόγω της αδυναμίας του αθηναϊκού λαού να αυτοπεριοριστεί – οδηγώντας την δημοκρατία στην καταστροφή της. Ο ίδιος (1999, σ.22-23) γράφει χαρακτηριστικά: «το χάος το έχουμε και μέσα μας με τη μορφή της ύβρεως, δηλαδή της άγνοιας ή της αδυναμίας αναγνωρίσεως των ορίων των πράξεων μας. Διότι αν τα όρια ήταν σαφή και αναγνωρίσιμα εκ των προτέρων, δεν θα υπήρχε ύβρις, θα υπήρχε απλώς παράβαση ή αμάρτημα, έννοιες χωρίς κανένα βάθος».

Η ὕβρις δεν είναι η παράβαση ενός νόμου, αλλά ούτε συνιστά κάποιου είδους αμαρτία (Καστοριάδης 2006, σ.433). Στις θρησκείες για παράδειγμα, η παραβίαση των ηθικών κανόνων συνιστά παραβίαση του Θεϊκού δικαίου και επομένως ο πιστός διαπράττει αμάρτημα που θα επιφέρει την ανάλογη τιμωρία, συνήθως ηθικής τάξεως, σε κάποιον μεταφυσικό κόσμο. Τα όρια εδώ είναι καθορισμένα. Αντίθετα η αρχαιοελληνική ὕβρις συνίσταται ακριβώς στην απουσία του πολιτικού αυτοπεριορισμό (όπως είπαμε και παραπάνω), μια έννοια που έχει βαθειά φιλοσοφική βάση γιατί συνδέεται απευθείας με την ευθύνη, η βαρύτητα της οποίας μέσα στα πλαίσια της πόλεως πέφτει στις πλάτες του κάθε πολίτη ξεχωριστά που καλείται μέσα από τις δημοκρατικές διαδικασίες (στις δημόσιες συνελεύσεις της εκκλησίας του δήμου) να αποφασίσει για τον μέλλον της κοινωνίας που ζει. Οι αποφάσεις αυτές αφορούσαν σχεδόν τα πάντα, από την διεξαγωγή πολέμου μέχρι τα έσχατα φιλοσοφικά ερωτήματα για το τί είναι δίκαιο και τί νόμιμο. Με βάση ποιά κριτήρια όμως καθορίζεται το όριο; Σε ότι αφορά το πολιτικό και κοινωνικό πεδίο μόνο η ίδια η παράβαση θα καταστήσει εφικτό τον προσδιορισμό του μέτρου. Έτσι «ο Ευριπίδης στις Τρωάδες δείχνει την ὕβριν των  Ελλήνων, οι οποίοι μετά τη πτώση της Τροίας επιδίδονται σε ένα όργιο ωμότητας και κτηνωδίας, σκοτώνοντας, βιάζοντας πάνω στους βωμούς των θεών, κατακρημνίζοντας τα παιδιά από τα τείχη. Λέει στους Έλληνες και ιδιαίτερα στους Αθηναίους: «ιδού τα τέρατα που είστε, που είμαστε» (Καστοριάδης 2008, σ.211). Όπως καταλαβαίνουμε λοιπόν, ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία βρίθει από περιστατικά ύβρεως, δεδομένου ότι πάμπολλες φορές τα ανθρώπινα όντα είτε παρασυρόμενα από διάφορους δημαγωγούς και λαοπλάνους οδηγήθηκαν σε όργια μακαβριότητας, σαν αυτά του Άουσβιτς, των γκούλαγκ, των φασιστικών καθεστώτων του Φράνκο, του Βιντέλα ή των Ερυθρών Χμερ. Τόσο μεγάλη σπουδαιότητα είχε λοιπόν στην διαμόρφωση του δημοκρατικού πολίτη ο θεσμός της Τραγωδίας και της κεντρικής φαντασιακής σημασίας της, της ύβρεως.

Η ὕβρις όμως αναπαράγεται εντός κοινωνιών που απουσιάζει κάθε μέτρο, και συνεπώς κάθε αυτοπεριορισμός, κάτι που δεν αφορά μόνο τα ολοκληρωτικά καθεστώτα: οι δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες θέτουν ως βασικό τους στόχο την αλόγιστη συσσώρευση ανανεώσιμου πλούτου και την αέναη εξάπλωση των παραγωγικών δυνατοτήτων μέσα από ορθολογικές κινήσεις (Finley 1973; Weber 1992, σ.17). Συνεπώς απουσιάζει από αυτές η έννοια του αυτο-περιορισμού και η ύπαρξη εσωτερικών ορίων, εφόσον η παραγωγική διαδικασία και η οικονομική ανάπτυξη όχι μόνο δεν γνωρίζουν σταθερές, αλλά απεναντίας κάθε ενέργεια που παρακωλύει τις διαδικασίες αυτές εκλαμβάνεται ως παρασιτισμός. Τόσο στην περίπτωση των ολοκληρωτικών καθεστώτων/κινημάτων όσο και στις καπιταλιστικές κοινωνίες έρχεται κανείς άμεσα σ’ επαφή με την ετερονομία που διέπει τις Δυτικές παραδόσεις, μια κατάσταση που ενδυναμώνεται καθώς εξαφανίζονται και υποχωρούν τα σπέρματα αυτονομίας. Στην δεύτερη περίπτωση ειδικά, η αλόγιστη συσσώρευση κεφαλαίου στα χέρια μιας ολιγαρχίας οδηγεί στην φτώχεια και την εξαθλίωση, η οποία με τη σειρά της καλλιεργεί την εσωστρέφεια, διαλύοντας κάθε είδος κοινωνικής συνοχής, κάθε δεσμό φιλίας και αλληλεγγύης.

Έτσι, ο εθνικισμός, η υπερβολική προσκόλληση στις παραδόσεις και τα έθιμα για τα οποία δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση, ενισχύεται ακριβώς όταν η κοινωνική απελπισία αναζητά μια αιτιολόγηση και οι πολίτες μια ταχεία διέξοδο. Στο σημείο αυτό ο ρόλος των δημαγωγών είναι καταλυτικός: οι ίδιοι (που άλλοτε χρησιμοποιώντας σοσιαλιστικές ρητορείες και άλλοτε εθνικιστικές) λειτουργούν ως «διαμορφωτές συνειδήσεων» μέσω του τον αόριστου, τρομολαγνικού και διφορούμενου λόγου τους, εκστομίζοντας ατεκμηρίωτες ασυναρτησίες, με στόχο είτε να κατευθύνουν τις μάζες προς τα δικά τους ιδιωτικά συμφέροντα παρουσιάζοντάς τα ως κοινωφελή όπως λέει ο Finley (1985, σ.41) παίρνοντας ως παράδειγμα την παρακμή της Αθηναϊκής δημοκρατίας και την παράδοσή της στα χέρια διαφόρων λαοπλάνων, είτε καθοδηγούμενοι από μια ιδεολογική φαντασίωση που ταιριάζει σε έναν ιδεατό κόσμο (όπως το φυλετικό κράτος στην περίπτωση του Χίτλερ) παρουσιάζοντάς την ως τη μοναδική απάντηση στα αδιέξοδα του φιλελευθερισμού. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, εξηγεί και την ραγδαία άνοδο της Χρυσής Αυγής καθώς και των διαφόρων ακροδεξιών ή λαϊκιστικών μορφωμάτων σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, όπως για παράδειγμα του United Kingdom Independence στη Βρετανία, των Σουηδών Δημοκρατών ή του Γιόμπικ στην Ουγγαρία, ενώ σε άλλες κοινωνίες (είτε σε άλλες εποχές) παρόμοιου τύπου δημαγωγοί εγκαθίδρυσαν τυραννικά πολιτεύματα (όπως αυτό του Άσσαντ ή του Χίτλερ και του Στάλιν κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου). Έτσι γράφονται οι μαύρες σελίδες στην ιστορία της ανθρωπότητας, όπου η σύνεση και η διαλεκτική αποσύρονται, με την ύβρη να αποτελεί τον μοναδικό νόμο.

Άλλωστε ο εθνικισμός από μόνος του αποτελεί μια από τις πιο έντονες μορφές ύβρεως καθώς με τον τρόπο που επιβάλλεται στα κοινωνικά άτομα ευνουχίζει κάθε τάση αυτο-περιορισμού: η φυλετική ή εθνική υπερηφάνεια (που λόγω της έντασής της εκλαμβάνεται ως ανωτερότητα) ενός ανθρώπου υιοθετείται ως ύψιστο ιδανικό προσδιορίζοντας κύρος και αναγνωρισιμότητα στο ίδιο το άτομο την ίδια στιγμή που ο κόσμος γύρω του καταρρέει και οι παλιές αξίες, που για χρόνια εξαγόραζαν την θνητότητά του προτάσσοντας κατανάλωση και καριερισμό σβήνουν ολοσχερώς, αναπληρώνουν έτσι το κενό. Ο άνθρωπος μετατρέπεται σε εργαλείο ικανό να να σκοτώσει και να σκοτωθεί για ένα καλύτερο χθες, όπως λέει και ο Δεσποινιάδης (2008). Πρόκειται για έναν ταυτιστικό παραλογισμό που απαντά σε υπαρξιακής μορφής ερωτήματα: αν αμφισβητηθεί το έθνος και η φυλή ως έννοιες και αξίες κοινωνικές, τότε το ίδιο το άτομο νοιώθει ότι αμφισβητείται και η ύπαρξή του αλλά και οι ικανότητές τους. Κάτι τέτοιο δεν φανερώνει μονάχα κλειστότητα του εθνικιστικού φαντασιακού η οποία λειτουργεί ως κινητοποιός δύναμη κατά τη συνάντηση της κοινωνίας αυτής με άλλες, οδηγώντας στο εξής συμπέρασμα: οι θεσμοί [της άλλης] είναι υποδεέστεροι και όχι ίσοι. Ιδιαίτερα όταν όλες οι ανθρώπινες σχέσεις διέπονται από ανταγωνισμό (οικονομικό και κατ’ επέκταση γεωπολιτικό), ο εθνικισμός και η δημαγωγία παίζουν καταλυτικό ρόλο στον όχλο που έχει χάσει την πολιτική του σύσταση, παρασύρεται από τη μονομέρεια της ιδεολογικής τύφλωσης σε μια κατάσταση γενικευμένου μίσους και τέλος στην ύβρη. Οι αναφορές του Ευριπίδη στις φρικαλεότητες του Τρωικού πολέμου τονίζουν υπόρρητα την ετερονομία αυτής της ταυτιστικής λογικής και την προτροπή στην αυθάδεια η οποία προβάλλεται ως υπερηφάνεια, υποδεικνύοντας τις καταστροφικές συνέπειες της αδυναμίας των ανθρώπων να θέτουν εσωτερικά όρια. Με άλλα λόγια, η μη κατανόηση του διαφορετικού ως ίσο (ή έστω ως εν δυνάμει ίσο) αποτελεί ύψιστο δείγμα έκφρασης της αυθάδειας που γεννά η κλειστότητα του εθνικισμού η οποία ωθεί κάθε κοινωνία να παραγνωρίσει τον εαυτό της, έχοντας αποτύχει να αυτοπεριοριστεί αλλά και να οικουμενικοποιηθεί, πράγμα που ούτε λίγο ούτε πολύ συναντά κανείς στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες οι οποίες έχοντας παραλύσει πολιτικά αδυνατούν να εκφράσουν κάποιο νέο πρόταγμα ως απάντηση στην φιλελεύθερη πολυπολιτισμικότητα, και όντας ανίκανες να αυτοπεριοριστούν αγκαλιάζουν τον κοινωνικό συντηρητισμό και σταδιακά οδηγούνται στο ρατσισμό. Αυτού του είδους την ετερονομία προσέγγιζαν οι τραγωδίες, υπενθυμίζοντας τον δήμο κάθε λεπτό για τις συνέπειες της ύβρεως, όπως και στην περίπτωση του Ευριπίδη ο οποίος χρησιμοποιεί την περίπτωση του Τρωικού πολέμου για να υπενθυμίσει στους Αθηναίους πολίτες την περίπτωση της σφαγής των Μιλησίων (Καστοριάδης 2008, σ.197)[1]

Και επειδή σήμερα τραγωδίες πλέον δεν παίζονται στα θέατρα ως μέσον διαπαιδαγώγησης των πολιτών, αλλά στα αθηναϊκά πεζοδρόμια από ανεγκέφαλους και αποκτηνωμένους σαλτιμπάγκους’, που ως άβουλες μαριονέτες και χωρίς να έχουν καν το δικαίωμα να επικαλεστούν το “εν βρασμώ ψυχής” χύνουν με μια απλή κίνηση του στιλέτου, το αίμα κάθε καλλιτέχνη που ανοιχτά τολμά και καταδικάζει την αισχρότητα και την χυδαιότητα του λουμπενισμού τους, εμφανίζονται οι λεγόμενες δυνάμεις του «συνταγματικού τόξου», που με αφορμή τον θάνατο του Παύλου Φύσσα επικαλούνται τις αρχές της «νομιμότητας» και της «αποφυγής των άκρων» κάνοντας ακριβώς την ίδια δουλειά με τους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές. Αντί να χαϊδεύουν τα αυτιά του δήμου, αντί να εκφράζονται με βάση που αυτά ο ίδιος θέλει ν’ ακούσει λένε δήθεν ότι επικαλούνται αυτό που πρέπει να ακουστεί, ακόμη και αν δεν αρέσει σε πολλούς. Όπως οι εμφανείς λαϊκιστές δημαγωγοί έτσι και οι εκπρόσωποι της «υπευθυνότητας» παίζουν ποντάροντας πάνω στον ίδιο παράγοντα, τα συναισθήματα, τον φόβο, την ελπίδα για ταχεία διέξοδο (από την ολική ταπείνωση και εξαθλίωση), την βαθύτερη ουσία της ανθρώπινης υπόστασης, αυτό που ο Freud ονόμαζε ψυχή (μια ψυχή που όντας εκ φύσεως βάρβαρη ποτέ κανείς δεν σκέφτηκε να την εκπολιτίσει), πράγμα που τους κατατάσσει στην ίδια κατηγορία με τους πρώτους.

Οι δημαγωγοί προβάλλοντας αληθοφανείς και μονομερείς διατυπώσεις και αναζητώντας αποδιοπομπαίους τράγους που συνήθως είναι οι μετανάστες, που με βάση τη δική τους λογική συμπιέζουν τις θέσεις εργασίας αφήνοντας απ’ έξω τους Έλληνες να πεινάνε, είτε οι Εβραίοι και οι μασόνοι που βάλλονται κατά του έθνους, ή στη λιγότερο ακραία εκδοχή, οι Γερμανοί που επειδή μισούν τους Έλληνες τιμωρούν έναν ολόκληρο λαό. Οι λαϊκιστές με προσωπείο υπευθυνότητας επικαλούμενοι τη γνώση και την αυθεντία επιβάλλονται μέσω του φόβου: αν δεν μας ψηφίσετε πείνα, κατάρες και καταστροφές θα σας βρουν, είτε, εσείς δεν ξέρετε τι θα πει διαχείριση της εξουσίας και γι’ αυτό ψηφίστε εμάς τους γνώστες και άριστους στην τέχνη της πολιτικής να ρυθμίσουν την κατάσταση με όποιο κόστος. Και ποιά είναι η απάντησή τους στη ρατσιστική βία; Οι ίδιοι μας λένε ότι για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο Χρυσή Αυγή, θα πρέπει να τεθεί το μόρφωμα αυτό εκτός νόμου. Ξεχνάνε όμως ότι η ὕβρις του φόνου, που υπήρξε απλά η κορυφή του παγόβουνου ενός γενικευμένου κυνισμού που καλλιεργούνταν τόσα χρόνια, δεν αντιμετωπίζεται με διατάγματα και νομοθετικές ρυθμίσεις. Ξεχνάνε επίσης ότι το ίδιο το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης που ακόμα υπηρετούν, εκπαίδευε στους κόλπους του τον μανιχαϊσμό, τον διαχωρισμό των ανθρώπων σε ‘άριους’ κι υπανάπτυκτους, σε ιδιωτικούς και δημόσιους, σε trendy και ‘κλασσικούς’. Και όλα αυτά με την παράλληλη απουσία κάθε δημοκρατικής παιδείας, καθώς αντί για τα διδάγματα του αρχαίου θεάτρου, οι σύγχρονοι αστοί δημοκράτες προσέφεραν την “παιδεία” της ευτυχίας, της επιτυχίας, των χόμπυς, την ολοκλήρωση μέσο του άκρατου καταναλωτισμού, την ‘αλήθεια’ μέσο της παθητικής και άκριτης ενημέρωσης από τα ΜΜΕ, την επαγγελματική αποκατάσταση μέσο του προσανατολισμού της παιδείας σε ‘πρακτικού’ τύπου γνώσεις με αποτέλεσμα να αποδυναμώνονται τα κοινωνικά και πολιτικά αντανακλαστικά των ψηφοφόρων. Ξεχνάνε ότι ο σπόρος της ολοκληρωτικής απανθρωπιάς έχει ήδη ριζώσει στην Ελληνική κοινωνία και αυτό δεν μπορεί να λυθεί μέσα από γραφειοκρατικές διαδικασίες. Κάτι τέτοιο επιβεβαιώνεται άλλωστε και ιστορικά: πού ήταν η «νομιμότητα» να σταματήσει την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία την περίοδο του μεσοπολέμου; Ποιοί νόμοι ήταν ικανοί να σταματήσουν την γενοκτονία των Εβραίων και συνάμα την εξόντωση άλλων 50 εκατομμυρίων ανθρώπων; Αν πραγματικά η ανθρωπότητα θελήσει να αυτοκτονήσει τότε κανείς δεν θα μπορέσει να την σταματήσει, παρά μόνο η ίδια και αυτό μπορεί να το πετύχει μονάχα μέσω της δημοκρατίας[2], την μόνη απάντηση στην ύβρη (Καστοριάδης 2006, σ.457)

Τέλος, όπως λέει κι ο χορός των πολιτών στις Ευμενίδες του Αισχύλου: «Των Συμφορών η διχόνοια, εγώ εύχομαι να μην ξεσπάσει στη πόλη. Μήτε εμφύλιο αίμα οργής η γη να πιει, και να ζητά για το χυμένο αίμα άλλο αίμα. Τη χαρά να ανταποδίδουν αδελφωμένοι οι πολίτες και από κοινού να αποφασίζουν. Η συμφωνία σώζει το κακό από τους ανθρώπους» (στ. 1009-1016).
[1] Επίσης με βάση τον V.Naquet (2010), ο Αισχύλος στην τραγωδία του “Πέρσαι”, που έγραψε αμέσως μετά την ναυμαχία  της Σαλαμίνας, για να τονίσει την σημασία της ύβρεως έγραψε την τραγωδία από την σκοπιά του ηττημένου, δλδ των Περσών, παρόλο που ο ίδιος είχε  πολεμήσει στην Σαλαμίνα σαν νικητής με το πλευρό των Αθηναίων, που θα είχε κάθε λόγο να πανηγυρίζει, θέλοντας  έτσι να δείξει ότι δεν μετράει η στρατιωτική νίκη των Αθηναίων, ή αντίστοιχα η νίκη ενός έθνους θα λέγαμε σήμερα, αλλά η ύβρις ή αλλιώς εκείνη η παράλογη δύναμη της ψυχής που οδηγεί κάποιον στην καταστροφή, ακόμα και ένα ολόκληρο λαό. Θα μπορούσε  κάλλιστα να γράψει ενα κείμενο που να τονίζει την Νίκη της Πόλης του. Αυτό ήταν το αντι-εθνικιστικό μύνημα του Αισχύλου, όσο και της ετερότητας του Ελληνικού πολιτισμού με βάση τον Γάλλο συγγραφέα.

Επιπλέον, η Hannah Arendt (1998, σ.176) επίσης λέει ότι η Ετερότητα ως αμεροληψία και αποδοχή του άλλου ξεκίνησε στη Αρχαία Ελλάδα. Συνεπώς, όχι μόνο κάθε έννοια εθνικισμού και κλειστότητας κοινωνιών κατά την περίοδο αυτήν ήταν απούσα αλλά, ταυτόχρονα, η χρήση των αρχαίων Ελληνικών κειμένων με σκοπό την ανάδειξη ενός εθνικιστικού φαντασιακού αποτελεί μέγιστη ημιμάθεια και ασέβεια ως προς το πραγματικό αρχαιοελληνικό πνεύμα, την γέννηση της δημοκρατίας, της ισότητας, της ισηγορίας και της ελευθερίας.

[2] Η πραγματική (ή αλλιώς η άμεση) δημοκρατία με τίποτα δεν θα πρέπει να συνδέεται με την νεοτερική έκβαση της φιλελεύθερης ολιγαρχίας/αριστοκρατίας, που θέτει ως βασίζεται πάνω στην αρχή της αντιπροσώπευσης και του κοινοβουλευτικού θεσμού: «Η ιδέα των αντιπροσώπων είναι νεότερη. Προέρχεται από τη φεουδαρχία, το άδικο και παράλογο σύστημα διακυβέρνησης που υποβιβάζει το ανθρώπινο όν και εξευτελίζει το όνομά του. Στις αρχαίες πολιτείες, ακόμα και στις μοναρχίες, ουδέποτε ο λαός είχε αντιπροσώπους. Η λέξη αυτή ήταν άγνωστη» (Rousseau 2003, σ.114)

Στη μνήμη του Παύλου Φύσσα…

Βιβλιογραφία
Αισχύλος, 1992. Ευμενίδες – Ορέστεια. Αθήνα: Εκδόσεις Κάκτος.
Δεσποινιάδης, Κ., 2008. Πόλεμος και Ασφάλεια, Θεσσαλονίκη: Πανόπτικον.
Καστοριάδης, Κ., 1999. Η Αρχαία Ελληνική δημοκρατία και η Σημασία της για μας Σήμερα. Αθήνα: Υψιλον βιβλία.
Καστοριάδης, Κ., 2006. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα. Αθήνα: Κριτική.
Καστοριάδης, Κ., 2008. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα. Αθήνα: Κριτική.
Arendt, H., and Canovan, M., 1998. The Human Condition. 2Nd ed. Chicago: The University of Chicago Press.
Naquet, V., 2010. Aeschylean Tragedy. London: Bloomsbury Academic.
Finley, M. I. 1973. The ancient economy. London: Chatto & Windus.
Finley, M. I. 1985. Democracy ancient and modern. 2Nd ed. London: Hogarth.
Rousseau, J., J., and Gourevith, V., 2003. Rousseau: ‘The Social Contract’ and Other Later Political Writings. 2Nd ed. Cambridge: Cambridge University Press.
Weber, M., 1992. The Protestant Ethic and the Spirit of Capitalism. 2Nd ed. London: Routledge.


Συγγραφή: Μιχάλης Θεοδοσιάδης και Μίλτος.

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013

Μάνος Χατζιδάκις: Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία είναι παράσταση. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος.



Πριν από 30 χρόνια, ο Μάνος Χατζιδάκις έγραφε αυτό το συγκλονιστικό, ευθύβολο προφητικό κείμενο για το πραγματικό πρόσωπο του φασισμού και του ρατσισμού. Σήμερα, μετά τη δολοφονία στο Κερατσίνι, διαβάζεται ξανά, σχεδόν με κατάνυξη και με ανατριχίλα.



«Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του.

Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται.

Ενώ τα πουλιά... Για τα πουλιά, μόνον οι δολοφόνοι, οι άθλιοι κυνηγοί αρμόζουν, με τις «ευγενικές παντός έθνους παραδόσεις». Κι είναι φορές που το κτήνος πολλαπλασιαζόμενο κάτω από συγκυρίες και με τη μορφή «λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων» σχηματίζει φαινόμενα λοιμώδους νόσου που προσβάλλει μεγάλες ανθρώπινες μάζες και επιβάλλει θανατηφόρες επιδημίες.

Πρόσφατη περίπτωση ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μόνο που ο πόλεμος αυτός μας δημιούργησε για ένα διάστημα μιαν αρκετά μεγάλη πλάνη, μιαν ψευδαίσθηση. Πιστέψαμε όλοι μας πως σ' αυτό τον πόλεμο η Δημοκρατία πολέμησε το φασισμό και τον νίκησε. Σκεφθείτε: η «Δημοκρατία», εμείς με τον Μεταξά κυβερνήτη και σύμμαχο τον Στάλιν, πολεμήσαμε το ναζισμό, σαν ιδεολογία άσχετη από μας τους ίδιους. Και τον... νικήσαμε. Τι ουτοπία και τι θράσος. Αγνοώντας πως απαλλασσόμενοι από την ευθύνη του κτηνώδους μέρους του εαυτού μας και τοποθετώντας το σε μια άλλη εθνότητα υποταγμένη ολοκληρωτικά σ' αυτό, δεν νικούσαμε κανένα φασισμό αλλά απλώς μιαν άλλη εθνότητα επικίνδυνη που επιθυμούσε να μας υποτάξει.

Ένας πόλεμος σαν τόσους άλλους από επικίνδυνους ανόητους σε άλλους ανόητους, περιστασιακά ακίνδυνους. Και φυσικά όλα τα περί «Ελευθερίας», «Δημοκρατίας», και «λίκνων πνευματικών και μη», για τις απαίδευτες στήλες των εφημερίδων και τους αφελείς αναγνώστες. Ποτέ δεν θα νικήσει η Ελευθερία, αφού τη στηρίζουν και τη μεταφέρουν άνθρωποι, που εννοούν να μεταβιβάζουν τις δικές τους ευθύνες στους άλλους.

(Κάτι σαν την ηθική των γερόντων χριστιανών. Το καλό και το κακό έξω από μας. Στον Χριστό και τον διάβολο. Κι ένας Θεός που συγχωρεί τις αδυναμίες μας εφόσον κι όταν τον θυμηθούμε μες στην ανευθυνότητα του βίου μας. Επιδιώκοντας πάντα να εξασφαλίσουμε τη μετά θάνατον εξακολουθητική παρουσία μας. Αδυνατώντας να συλλάβουμε την έννοια της απουσίας μας. Το ότι μπορεί να υπάρχει ο κόσμος δίχως εμάς και δίχως τον Καντιώτη τον Φλωρίνης).

Δεν θέλω να επεκταθώ. Φοβάμαι πως δεν έχω τα εφόδια για μια θεωρητική ανάπτυξη, ούτε την κατάλληλη γλώσσα για τις απαιτήσεις του όλου θέματος. Όμως το θέμα με καίει. Και πριν πολλά χρόνια επιχείρησα να το αποσαφηνίσω μέσα μου. Σήμερα ξέρω πως διέβλεπα με την ευαισθησία μου τις εξελίξεις και την επανεμφάνιση του τέρατος. Και δεν εννοούσα να συνηθίσω την ολοένα αυξανόμενη παρουσία του. Πάντα εννοώ να τρομάζω.

Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι. Οι μισητοί δολοφόνοι, που βρίσκουν όμως κατανόηση από τις διωκτικές αρχές λόγω μιας περίεργης αλλά όχι και ανεξήγητης συγγενικής ομοιότητος. Που τους έχουν συνηθίσει οι αρχές και οι κυβερνήσεις σαν μια πολιτική προέκτασή τους ή σαν μια επιτρεπτή αντίθεση, δίχως ιδιαίτερη σημασία που να προκαλεί ανησυχία. (Τελευταία διάβασα πως στην Πάτρα, απέναντι στο αστυνομικό τμήμα άνοιξε τα γραφεία του ένα νεοναζιστικό κόμμα. Καμιά ανησυχία ούτε για τους φασίστες, ούτε για τους αστυνομικούς. Ούτε φυσικά για τους περιοίκους).

Ο εθνικισμός είναι κι αυτός νεοναζισμός. Τα κουρεμένα κεφάλια των στρατιωτών, έστω και παρά τη θέλησή τους, ευνοούν την έξοδο της σκέψης και της κρίσης, ώστε να υποτάσσονται και να γίνονται κατάλληλοι για την αποδοχή διαταγών και κατευθύνσεων προς κάποιο θάνατο. Δικόν τους ή των άλλων. Η εμπειρία μου διδάσκει πως η αληθινή σκέψη, ο προβληματισμός οφείλει κάπου να σταματά. Δεν συμφέρει. Γι' αυτό και σταματώ. Ο ερασιτεχνισμός μου στην επικέντρωση κι ανάπτυξη του θέματος κινδυνεύει να γίνει ευάλωτος από τους εχθρούς. Όμως οφείλω να διακηρύξω το πάθος μου για μια πραγματική κι απρόσκοπτη ανθρώπινη ελευθερία.

Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δυο μορφές. Ή προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού και ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.

Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα Μ.Μ.Ε. ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία και τεράστια κι αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέρονται.

Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακρά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας. Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από τη συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας.

Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας – που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος «αρχηγός» που θα ηγηθεί αυτό το κατάπτυστο περιεχόμενό μας. Και τότε θα 'ναι αργά για ν' αντιδράσουμε. Ο νεοναζισμός είμαστε εσείς κι εμείς – όπως στη γνωστή παράσταση του Πιραντέλο. Είμαστε εσείς, εμείς και τα παιδιά μας. Δεχόμαστε να 'μαστε απάνθρωποι μπρος στους φορείς του AIDS, από άγνοια αλλά και τόσο «ανθρώπινοι» και συγκαταβατικοί μπροστά στα ανθρωποειδή ερπετά του φασισμού, πάλι από άγνοια, αλλά κι από φόβο κι από συνήθεια.

Και το Κακό ελλοχεύει χωρίς προφύλαξη, χωρίς ντροπή. Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία, σκέψη και αναρχία. Είναι μια παράσταση. Εσείς κι εμείς. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος.»



 iefimerida.gr

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Φιάσκο η εισβολή της αστυνομίας στο κατειλημμένο «Ορφανοτροφείο» της Θεσσαλονίκης

Πηγή: Left.gr Ημερομηνία: 03/09/2013 11:22
Αποκριάτικο αεροβόλο το... οπλοστάσιο: αντί για μολότοφ ενόψει ΔΕΘ, βρήκαν κρεατοσφαιρίδια συλλογικής κουζίνας και σφαιρίδια αεροβόλου. Διαβάστε το ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών
 
 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ - Του Νίκου Φωτόπουλου 
 
Επιχείρηση-φιάσκο της ΕΛ.ΑΣ. σε κατάληψη στη Θεσσαλονίκη. Πίστευαν ότι θα ανακαλύψουν οπλοστάσιο με βόμβες μολότοφ εν όψει της ΔΕΘ και βρήκαν απλώς σφαιρίδια αεροβόλου, που πωλούνται νόμιμα στα μαγαζιά! Επτά άτομα συνελήφθησαν για απλά πλημμελήματα, ανάμεσά τους ένας Κουβανός. 
 
Η κατάληψη του παλιού ορφανοτροφείου «Μέγας Αλέξανδρος» στην περιοχή της Ανω Τούμπας δεν είναι η πρώτη φορά που μπαίνει στο στόχαστρο της αστυνομίας. Ανάλογη επιχείρηση είχε γίνει στον χώρο πέρυσι τον Ιούλιο, με 25 συλλήψεις. Φέτος, όμως, η έφοδος είχε άλλη διάσταση, λόγω της ΔΕΘ. Αφενός η αστυνομία έχει στοχοποιήσει τις καταλήψεις πανελλαδικά, στο πλαίσιο της επιχείρησης «ανακατάληψης των πόλεων», χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι σε πολλούς από αυτούς τους χώρους, αν όχι σε όλους, λειτουργούν εθελοντικές δομές, με συσσίτια και κοινωνικά ιατρεία για άπορους κι αναξιοπαθούντες. Αφετέρου, οι επιτελείς της ΕΛ.ΑΣ. εμφανίζονται θορυβημένοι μετά την ανακάλυψη μεγάλων ποσοτήτων μολότοφ, δύο φορές τις τελευταίες εβδομάδες, μέσα κι έξω από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ακριβώς απέναντι από τους χώρους της ΔΕΘ... Εχουν λοιπόν στοχοποιήσει κάθε χώρο και κάθε πρόσωπο για το οποίο ανησυχούν ότι μπορεί να προκαλέσει πρόβλημα κατά την -ούτως ή άλλως- σύντομη επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη. 
 
Υπό αυτές τις συνθήκες, η επιχείρηση-σκούπα στην κατάληψη του παλαιού ορφανοτροφείου ξεκίνησε χθες νωρίς το πρωί, αν και η Εισαγγελία είχε ενημερωθεί από το Σαββατοκύριακο. Παρουσία δικαστικού λειτουργού, πάνοπλοι αστυνομικοί εισέβαλαν κατά κινηματογραφικό τρόπο, αλλά το αποτέλεσμα ήταν γι' αυτούς μάλλον απογοητευτικό. Οπως ανακοίνωσε αργότερα η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, αρχικά προσήχθησαν και τελικά συνελήφθησαν επτά άτομα, εκ των οποίων έξι Ελληνες κι ένας Κουβανός. Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για κατάληψη δημοσίου χώρου, ενώ ένας κατηγορείται για οπλοκατοχή, διότι βρέθηκε πάνω του ένα αεροβόλο όπλο, από αυτά που πωλούνται χωρίς άδεια στα καταστήματα... Κατά την έφοδο βρέθηκαν επίσης και κατασχέθηκαν μεταλλικά σφαιρίδια, φιαλίδια αερίου, ένα φίλτρο αντιασφυξιογόνου μάσκας και έντυπο υλικό. Οι συλληφθέντες θα οδηγηθούν σήμερα στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης. 
 
Το παλαιό ορφανοτροφείο «Μέγας Αλέξανδρος», που βρίσκεται στην οδό Γρ. Λαμπράκη, στην περιοχή της Τούμπας, είναι ιδιοκτησίας του υπουργείου Υγείας και έχει παραχωρηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, αλλά είναι εγκαταλελειμμένο και χρόνια τώρα τελεί υπό κατάληψη. 
 



Αστυνομικές επιχειρήσεις παντού 
 
Οι καταλήψεις έχουν γίνει εμμονή στις δυνάμεις του Ν. Δένδια. Από πέρυσι τον Αύγουστο η ΕΛ.ΑΣ. έχει εισβάλει σε δεκάδες νεολαιίστικα στέκια σε όλη τη χώρα

Οπως τα μυρμήγκια έτσι και ο πολυπράγμων υπουργός Προστασίας φροντίζει από νωρίς για τον χειμώνα που έρχεται. Φέτος, λοιπόν, πέρα από τις πρώτες πρόβες που θα γίνουν στην (υποβαθμισμένη) ΔΕΘ, έχει από νωρίς η ΕΛ.ΑΣ. φροντίσει να πιάσει -ή καλύτερα να αδειάσει- όλα τα νεολαιίστικα στέκια του άκρου που δεν αντέχει καθόλου ο υπουργός. Με εισβολές σε καταλήψεις στεκιών που εντελώς τυχαία γίνονται και στόχοι ναζιστικών συμμοριών, ο κύριος υπουργός υπηρετεί, κατά τη γνώμη του, την τάξη και την ασφάλεια των πολιτών. Αφαιρώντας κλειδαριές, κομπιούτερ, καφετιέρες, σημαίες, κοντάρια, τα -πάντα απαραίτητα- μπουκάλια μπίρας, ακόμα και τις αφίσες από τα κατειλημμένα κτίρια, που πριν από τους νεαρούς φιλοξενούσαν μόνον αρουραίους, φαίνεται ότι αισθάνεται πιο κοντά στον στόχο του. Η κατάληψη είναι για την ΕΛ.ΑΣ. μια ανατριχιαστική λέξη, όπως και οι νέοι που δηλώνουν αντιεξουσιαστές. Το ίδιο ανατριχιαστική είναι και η πιθανότητα να καταφεύγουν στα κτίρια αυτά μερικοί φτωχοί μετανάστες, αντί να τους μπουντρουμιάζουν στα στρατόπεδα. Φέτος, μάλιστα, έφτασαν οι ΕΚΑΜίτες (με απόλυτη πρωτοτυπία) μέχρι και στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, χωρίς αυτά να τελούν υπό κατάληψη, για να προσκομίσουν «ευρήματα» και να δώσουν λίγη χαρά στα κανάλια.

Ιδού λοιπόν ο μέχρι σήμερα κατάλογος των εισβολών και των απαραίτητων καταστροφών σε στέκια όπου έκαναν εκδηλώσεις, συζητήσεις, συλλογικές κουζίνες, μαθήματα σε μετανάστες και γενικά ό,τι θεωρούν αλληλεγγύη σήμερα οι νέοι άνθρωποι που τα φρόντιζαν και τα φροντίζουν.
Ολα ξεκίνησαν από την Αγορά της Κυψέλης που εκκενώθηκε τον Αύγουστο του 2012. Ακολούθησε τον Σεπτέμβριο του 2012 η κατάληψη Δέλτα στη Θεσσαλονίκη και τον χειμώνα φέτος η εισβολή στη Βίλα Αμαλίας, στο στέκι της ΑΣΟΕΕ, στην κατάληψη Σκαραμαγκά και στη «Λέλα Καραγιάννη». Στο ίδιο διάστημα έγιναν οι γνωστές προσπάθειες φίμωσης του Indymedia, του 98 FM και Ενταση FM.

Η δραστηριότητα αυξάνεται τους καλοκαιρινούς μήνες (για προφανείς λόγους):
- 2 Ιουλίου: εισβολή σε Εστία των ΤΕΙ στην Ηγουμενίτσα.
- 11 Ιουλίου: εισβολή και έρευνα στο στέκι «Ναδίρ» στη Θεσσαλονίκη.
- 5 Αυγούστου: εισβολές και έρευνες στα στέκια της Πάτρας: Παράρτημα, Μαραγκοπούλειο και αυτοδιαχειριζόμενο στέκι των ΤΕΙ.
- 17 Αυγούστου: εισβολή στο ΑΠΘ (όπου βρέθηκαν, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., μπουκάλια έτοιμα για βόμβες μολότοφ).
- 21 Αυγούστου: εισβολή στα αυτοδιαχειριζόμενα στέκια του ΕΜΠ.
- 26 Αυγούστου: εισβολή και έρευνα στην κατάληψη Βαλβείου στο Μεσολόγγι.
- 29 Αυγούστου: εισβολή και προσπάθεια εκκένωσης της Αντιβίωσης στα Ιωάννινα.
-2 Σεπτεμβρίου: εισβολή και συλλήψεις στην κατάληψη Ορφανοτροφείου της Θεσσαλονίκης (εν όψει της αστυνομικής επιχείρησης στη ΔΕΘ)

Ειδικά για τις μολότοφ είναι βέβαιο ότι δεν χρειάζεται να υπάρχει προηγουμένως μια συλλογική κουζίνα για να κατασκευαστούν. Ακόμα και χωρίς στέκι, όποιος θέλει να φτιάξει (κακώς βέβαια) μια μολότοφ, μπορεί να τη φτιάξει και στο σπίτι της γιαγιάς του.

Αλλος όμως είναι ο στόχος του κ. Δένδια, για να σοβαρευτούμε κιόλας. Η τρομοκράτηση των νέων ανθρώπων, που εξεγείρονται ενάντια στη φτώχεια, την ανεργία και την καταστολή (τη μόνη απάντηση στα προβλήματά τους), αλλά και κάθε εμπόδιο στο συναθροίζεσθαι χωρίς κομματικές ταμπέλες παραμένουν τα μείζονα θέματα του υπουργείου. Ο δεύτερος στόχος είναι το σπάσιμο μιας αλυσίδας αλληλεγγύης με τους μετανάστες. Οι καταλήψεις είναι ο στόχος κι όχι τα υποτιθέμενα όπλα ή τα άλλα εργαλεία που υποτίθεται ότι ψάχνουν κάθε φορά οι αστυνομικοί. Εξάλλου, όσοι αμφιβάλλουν ας κάνουν τον κόπο να επισκεφτούν τις σελίδες της ΕΛ.ΑΣ. όπου συνεχώς μέσα σε σπίτια (ειδικά στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο) ανακαλύπτονται ολόκληρα οπλοστάσια, χωρίς αυτό να οδηγεί σε απόφαση... κατάργησης της κατοικίας.


Αντα Ψαρρά

* * *

Η φωτ. από παλαιότερη επιχείρηση της αστυνομίας στην Αθήνα, στην κατάληψη της Λέλας Καραγιάννη

Διανοούμενοι της παρακμής

Πηγή: Δρόμος της αριστεράς (Δευτέρα, 02/09/2013 )
 
Μπορεί να είναι οδυνηρή, αλλά ζούμε μια πρωτόγνωρη εποχή, την εποχή της παρακμής του κοινωνικού μοντέλου που άνθισε μεταπολεμικά.

Και έχει ενδιαφέρον η στάση μερικών διανοουμένων στην εποχή της παρακμής. Η ευκολία με την οποία τάχθηκαν ανεπιφύλακτα υπέρ της εξουσίας, υπέρ των προσώπων και των μηχανισμών που διακυβέρνησαν τη χώρα επί δεκαετίες και μεθόδευσαν τη χρεοκοπία της. Στο παρελθόν, υπήρχαν διανοούμενοι που ήταν οργανικό μέρος της εξουσίας στην εποχή της ακμής της. Από τον καιρό της αποικιοκρατίας, για να μην πάμε πιο πίσω, υπήρχαν διανοούμενοι που δικαιολογούσαν και ωραιοποιούσαν τις κατακτήσεις και ό,τι αυτές συνεπάγονταν, γενοκτονίες, υποδουλώσεις, λεηλασίες και δικτατορίες. Γιατί οι κατακτήσεις έφερναν πλούτο και αίγλη στις μητροπόλεις. Και οι διανοούμενοι που επωφελούνταν ποικιλοτρόπως από την προσκόλλησή τους στην εξουσία, αναλάμβαναν να εξωραΐσουν την εξουσία και να συγκαλύψουν τις βαρβαρότητές της. Ένας από τους τρόπους ήταν, αντί να εξυμνούν τη διεφθαρμένη εξουσία, να ενοχοποιούν τα θύματά της. Η δουλεία, ο αφανισμός των Ινδιάνων, το κάψιμο στην πυρά των διαφωνούντων και των επιστημόνων, η αρπαγή του φυσικού πλούτου των αυτοχθόνων και η επιβολή ύπατων αρμοστών σε όλους τους λαούς της γης, θεωρήθηκαν πράξεις δικαιοσύνης, εκπολιτισμού και προόδου. Καλλιτέχνες και γραφιάδες εξύμνησαν την αποικιοκρατία και θεολόγοι την ευλόγησαν.

Αλλά σήμερα δεν ζούμε στην Αναγέννηση, μαυρίλα από τη μια και φως από την άλλη. Ζούμε στην παρακμή του δυτικού μοντέλου κι αυτό το παρηκμασμένο μόρφωμα υπερασπίζονται οι καθεστωτικοί διανοούμενοι. Στηρίζουν πρόσωπα και καθεστώτα που είναι τελείως σάπια, που κανιβαλίζουν, που φέρνουν μόνο φτώχεια και δυστυχία στην κοινωνία. Που δεν έχουν καμία αίγλη, που η διαφθορά τους είναι κραυγαλέα και δεν εξισορροπείται από καμία ένδοξη κατάκτηση, από καμία ανάπτυξη, από καμία έστω λαμπερή ψευτοκουλτούρα. Καθεστώτα παρακμής, οικονομικής και πολιτισμικής, πρόσωπα λιγδιασμένα από πάνω μέχρι κάτω. Τι καλό, άραγε, βρίσκουν οι δικοί μας διανοούμενοι στους πολιτικούς που λυμαίνονται τη χώρα; Υπάλληλοι διεθνών τοκογλύφων, γλείφτες των ξένων, τσιράκια των εργολάβων, γιοι και κόρες κομματαρχών, αγράμματοι εθνικιστές και τραμπούκοι ακροδεξιοί, συνθέτουν την κάστα εξουσίας. Είναι οι ίδιοι που κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία 40 χρόνια χωρίς κανένας να τους εμποδίσει. Είναι οι καταστροφείς της Ελλάδας. Και η βρώμα από τη σήψη τους είναι ανυπόφορη. Ανυπόφορη σκατίλα. Φαίνεται, όμως, ότι ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, η Σώτη Τριανταφύλλου, ο Γιάννης Σμαραγδής, ο Χρήστος Χωμενίδης και οι όμοιοί τους, δεν έχουν πια ούτε όσφρηση.

Τι τεράστια διαφορά από τους διανοούμενους και τους καλλιτέχνες του πρόσφατου παρελθόντος; Ρίτσος, Τσιτσάνης, Καλδάρας, Χατζιδάκις, Έλλη Παπαδημητρίου, Θεοδωράκης, Αναγνωστάκης, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Τσαρούχης, Διδώ Σωτηρίου, Λειβαδίτης, Ξαρχάκος, Μαρκόπουλος, Λεοντής, Ζαμπέτας, Ελευθερίου, Λοΐζος, Αγγελόπουλος και τόσοι άλλοι σπουδαίοι δημιουργοί που αντλούσαν νερό από τις πηγές του πολιτισμού ενός λαού με ελαττώματα, προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες, αλλά και μεγάλους αγώνες και θυσίες.

Και ο Χατζιδάκις με τους ρεμπέτες και ο Τσαρούχης με τους ναύτες του, από την ίδια πηγή με τον Τσιτσάνη και τον Βίρβο άντλησαν την έμπνευσή τους. Ούτε ο Καραμανλής και ο Παπανδρέου, ούτε ο Λαμπράκης και η Βλάχου, ούτε ο Ωνάσης και ο Νιάρχος ήταν οι τροφοδότες της δημιουργίας τους. Άσε που κι αυτοί δεν συγκρίνονται με τους Βενιζέλους, τους Σαμαράδες και όλα τα αρπαχτικά της εποχής μας.

Ο λαός είναι η γη, το χώμα, το νερό, η φωτιά και ο αιθέρας, το ποτάμι και η λάσπη, η θάλασσα και ο ήλιος, ο χτίστης και ο εμπρηστής, η πηγή της έμπνευσης και της δημιουργίας, ο χορηγός της πρώτης ύλης… ο δικός μας λαός, ο κάθε λαός.

Οι νεότεροι προσπάθησαν από αλλού να αντλήσουν υλικό, να πατήσουν αλλού, με μέτρια έως κακά αποτελέσματα. Ρηχές γραφές, ρηχά τραγούδια, ρηχές ιδέες, ρηχά επιχειρήματα, ρηχοί στόχοι. Φυσικό, αφού επέλεξαν να συνταχθούν με το χειρότερο κομμάτι της κοινωνίας και ξοδεύονται να αναδείξουν τα ελαττώματα των πολιτών, που αγωνίζονται στη βιοπάλη και στον πολιτικό στίβο, για να τους κακολογήσουν.

Κανένας λαός δεν είναι τέλειος. Ούτε η Αριστερά είναι ιδανική. Προσφέρεται για κριτική, ακόμα και για αποδοκιμασία. Αλλά μέσα στο λαό και μέσα στην Αριστερά ζυμώνεται η έγνοια, ο πόνος και η ελπίδα για κάτι καλύτερο για όλους…
Λαϊκίζων,
Γκαούρ