Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Κινηματική ανασκόπηση: μια γενική εικόνα

Eagainst.com  27/09/2012 Ian Delta, Μιχάλης Θ



Οι κινητοποιήσεις και οι πορείες  διαμαρτυρίας, στα πλαίσια της γενικής απεργίας της 26ης Σεπτεμβρίου είναι πια παρελθόν. Για μια ακόμη φορά, εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών σε όλη τη χώρα, αψήφησαν την πολύπλευρη τρομοκρατία του καθεστώτος, επιλέγοντας το δρόμο της άρνησης στην εξαθλίωση, με αποτέλεσμα να βιώσουν για ακόμη μια φορά την στυγνή  κρατική καταστολή. Κοντολογίς, τα χθεσινά γεγονότα, αποτελούν μια ακόμη επανάληψη των όλων όσων συμβαίνουν στις απεργίες και πορείες διαμαρτυρίας που κατά καιρούς, απεργίες που  οργανώνουν τα μεγάλα συνδικάτα της χώρας. Εμείς, έχοντας αποκομίσει μια συνολική εικόνα των όσων συνέβησαν το τελευταίο χρονικό διάστημα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη, θα προσπαθήσουμε και πάλι να δούμε με μια πιο κριτική ματιά όλα αυτά που διαδραματίζονται γύρω μας, με γνώμονα τον επιθυμητό κοινωνικό μετασχηματισμό, προς μια κατεύθυνση εγκαθίδρυσης αμεσοδημοκρατικών κοινωνικών δομών, ικανών να προωθήσουν την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ισότητα.

Τα Μέσα Ενημέρωσης στο βρώμικο παιχνίδι της εξουσίας και η υπεράσπιση του σάπιου πολιτισμού

Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, κατατρομαγμένα προσπάθησαν να καλύψουν την κοινωνική οργή πίσω από τα στερεότυπα και κονσερβαρισμένα ψέματά τους, κάνοντας και πάλι λόγο για τους ανεύθυνους, τεμπέληδες και κρατικοδίαιτους Έλληνες πολίτες. Γι’ αυτούς, κάθε πολιτική δράση, όπως απεργίες, πορείες, καταλήψεις, συνελεύσεις, κλεισίματα δρόμων, άρνηση πληρωμών και ό,τι άλλο έρχεται σε σύγκρουση με τις αξίες της δικτατορίας του οικονομισμού και της Προτεσταντικής ηθικής, του πολιτισμού της κατανάλωσης και διανοητικής παρακμής, αποτελεί ειδεχθές έγκλημα. Αποκορύφωμα αυτού του «ενημερωτικού» οχετού, αποτέλεσε δημοσίευμα του BBC και των Γερμανικών φυλλάδων που δίχως κανέναν απολύτως συναισθηματισμό, δίχως καμία εξαίρεση, παρουσίασαν τις χθεσινές συγκρούσεις ως αποτέλεσμα της δράσης κάποιων ανεγκέφαλων χούλιγκανς, μεταδίδοντας ταυτόχρονα – προκειμένου να στηρίξουν την προκατασκευασμένη μιντιακή πραγματικότητά τους – απόψεις ατόμων που υιοθετούν ανοιχτά το Νεοφιλελεύθερο Δόγμα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία), ή τις βασικές θέσεις της ακίνδυνης (για το σύστημα) σοσιαλδημοκρατίας, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να περάσουν το μήνυμα πως για μια ακόμη φορά ο Ελληνικός λαός που δεν εργάζεται όσο σκληρά θα έπρεπε, αναδεικνύει την ανευθυνότητά του, το θράσος και την αχαριστία του στους «δουλευταράδες» του Βορρά. Το γεγονός αυτό, δεν φανερώνει μονάχα την στυγνότητα των ολιγαρχιών, που θα έφταναν ακόμα και στο σημείο να λοιδορήσουν έναν ολόκληρο λαό, αλλά και την απο-πολιτικοποίηση στην οποία έχουν περιπέσει οι Δυτικές κοινωνίες, την θυσία του κοινωνικού στοχασμού στο βωμό της θεσούλας, της αδράνειας και του lifestyle της απάθειας στο οποίο έχουν βυθιστεί και εθιστεί, επιτρέποντας, έτσι, έννοιες όπως η δημοκρατία και η ισότητα να χάσουν πέρα για πέρα την ζωτική τους χροιά, την ίδια στιγμή που το ναρκωμένο πλήθος βαφτίζει την δουλεία υποχρέωση και τον αγώνα για ελευθερία ως έγκλημα. Είχε άραγε δίκιο ο Μέτερνιχ, όταν σχεδόν δύο αιώνες πριν, είχε δηλώσει πως οι Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν ελευθερία αλλά κοινωνική ειρήνη; Πόσο επίκαιρο φαντάζει αυτό το ρητό για εμάς σήμερα;

Όμως, και τα εγχώρια ΜΜΕ δεν έχουν και πολλά να ζηλέψουν απ’ αυτά του εξωτερικού. Πιστά, και αυτά, στο δόγμα της πολιτισμικής μιζέριας, της δικτατορίας του κυνισμού και της χυδαιότητας, βάφτισαν τα χθεσινά γεγονότα κάτι σαν «θλιβερό έθιμο», με βάση το οποίο η Αστυνομία οφείλει να μετέλθει κάθε μέσο προκειμένου οι πολίτες να σταματήσουν να διαδηλώνουν, και να φυλακιστούν ολοσχερώς στην ατομική τους σφαίρα, περιμένοντας τη στιγμή που τα μέτρα λιτότητας και οι «θυσίες» θ’ αρχίσουν ν΄ αποδίδουν – αν υποθέσουμε ότι θα μπορούσε ποτέ ένα αποτυχημένο φάρμακο να σώσει από τον βέβαιο θάνατο έναν κλινικά νεκρό ασθενή. Γι’ αυτά η πραγματικότητα θυμίζει το αρνητικό ενός φιλμ, εντελώς αντεστραμμένη, πράγμα που σε συνδυασμό με τα όσα διαδραματίστηκαν στην Μαδρίτη, και άλλες πόλεις στην Ισπανία, την 25η Σεπτεμβρίου, (κινητοποιήσεις οι οποίες, τη στιγμή που γράφεται το άρθρο αυτό, συνεχίζονται με ένταση) φανερώνει ότι πάνω από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης πλανάται ένα φάντασμα: το φάντασμα της κοινωνικής  αλλαγής.

Όσο, όμως, η πραγματικότητα ωθεί όλο και περισσότερους ανθρώπους στην απελπισία, την ανέχεια και την εξαθλίωση, τόσο περισσότερο οι σκέψεις για γενικευμένο ξεσηκωμό, για μια ριζική κοινωνική επανάσταση μεταμορφώνεται από απλή ευχή μιας μειοψηφίας σε αναγκαίο μέσο επιβίωσης για τους πολλούς. Όσο, λοιπόν, και αν προσπαθούν οι τυποποιημένες αναλύσεις των ΜΜΕ και των φιλελεύθερων σαλτιμπάγκων και του κάθε οικονομολόγου-αυθεντίας, να μας πείσουν πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από τον συμβιβασμό με τον άθλιο αυτόν πολιτισμό της εθελοδουλίας, του κιτς και της ασημαντότητας, τόσο η εμπιστοσύνη του κόσμου απέναντί τους θα γκρεμίζεται, καθώς, όπως φαίνεται, τα διάφορα social media και οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, προσφέρουν μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία στην ενημέρωση του πολίτη. Πέρα από τις υπερβολές και τον ανορθολογισμό που επικρατεί στο διαδίκτυο, όπου ακόμα και το κάθε ψέμα γίνεται πιστευτό όταν επαναληφθεί για πολλές φορές, (πράγμα που πίστευε και ο Γκέμπελς), βλέπουμε πως, όλο και περισσότεροι χρήστες του internet, καταφεύγουν στις διάφορες κινηματικές σελίδες του Facebook, (με αποκορύφωμα τη σελίδα του Occupy Wall Street που έχει ξεπεράσει τις 430.000.000 εγγραφές), προκειμένου να έρθουν σ’ επαφή με την «άλλη» πραγματικότητα, αυτήν που τα συμβατικά ΜΜΕ αποκρύπτουν για δικούς τους λόγους. Το αν η λογική θα υπερισχύσει της συνωμοσιολογικής μανίας, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα που σαφέστατα και θα πρέπει να μας απασχολεί, δεδομένου ότι η οργή και η απόγνωση μπορεί να μετατραπεί σε έναν πολύ κακό σύμβουλο, όταν δεν συνοδεύεται από την λογική, και παραμένει, απλά, μια συναισθηματική παρόρμηση. [1]

Κρατική βία και καταστολή. 

Επιστρέφοντας στα δικά μας, το αξιοσημείωτο από τη χθεσινή γενική απεργία δεν είναι τόσο η κρατική βία, η μιντιακή υπερπραγματικότητα ή η κατά παραγγελία επιστημονικοφανής υπεράσπιση των αντικοινωνικών και παρανοϊκών, από κάθε άποψη, νεοφιλελεύθερων πολιτικών – πρακτικές που πολύ σύντομα θα αποτελέσουν την καθημερινότητα και των Ισπανών που βρίσκονται στην αρχή του ίδιου θλιβερού δρόμου που περπατήσαμε εμείς από τον Μάιο του 2010 – αλλά το ότι, για ακόμα μια φορά η αντίδραση της κοινωνίας ήταν λιγότερο δυναμική και χειρότερα οργανωμένη και στοχευμένη απ’ ό,τι επιτάσσουν οι πραγματικές συνθήκες. Υπάρχει δηλαδή μια αναντιστοιχία μεταξύ όσων έχουν πλέον συνειδητοποιήσει την ανάγκη για ένα ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό (ποσοστό που αυξάνεται όχι πια με γεωμετρική πρόοδο αλλά αλγοριθμικά) και των μέσων, των μεθόδων που υιοθετούνται προς επίτευξη αυτού του σκοπού.

Αν δεχτούμε την αμέσως παραπάνω παρατήρηση ως ορθή, δεν απομένει παρά να αναζητήσουμε τους βασικότερους λόγους που θα εξηγήσουν αυτή την αναντιστοιχία, με αυτονόητο ζητούμενο την εξεύρεση τρόπων, μεθόδων και μέσων που θα βοηθήσουν στην πραγματοποίηση του διαρκώς αποσαφηνιζόμενου και προσδιοριζόμενου στόχου (δηλαδή του ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού ή, καλύτερα, της πυροδότησης της διαδικασίας της διαρκούς κοινωνικής επανάστασης). Γιατί καμία 24ωρη (ή ακόμα και 48ωρη) γενική απεργία δεν έχει την αναμενόμενη συμμετοχή; Για ποιούς λόγους η συμμετοχή του κόσμου στις αντίστοιχες διαδηλώσεις, βαίνει μειούμενη; Ή διαφορετικά: γιατί ακόμα και οι πιο επιτυχημένες απεργίες και διαδηλώσεις (από άποψη συμμετοχής) δεν έχουν κανένα απολύτως αποτέλεσμα; Και τί θα μπορούσε να γίνει, τί πρέπει να κάνουμε, προκειμένου να μην δούμε πάλι το ίδιο έργο και την επόμενη φορά; Πιστεύοντας πως αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να συζητηθούν, θα επιχειρηθεί, μια επανοηματοτοδότηση των εννοιών της απεργίας, της κοινωνικής διαμαρτυρίας και του σκοπού που πρέπει αυτές να επιδιώκουν.

Τα δεδομένα λοιπόν είναι τα εξής:
Μετά την υπογραφή του 1ου Μνημονίου, και επιτυχημένες απεργίες έγιναν και μαζικότατες διαδηλώσεις. Όλες ανεξαιρέτως, είχαν την ίδια τύχη: βίαιη καταστολή, τις περισσότερες φορές με ακρότητες που εκφεύγουν τα όρια της νομιμότητας ακόμα και της αστυνομικής βίας (σημ.: η νομιμότητα για την οποία μιλάμε εδώ δεν είναι κάποιο κοινώς αποδεκτό όριο μια υπερβατική νομική κανονικότητα που εμείς αποδεχόμαστε ως τέτοια – μιλάμε απλώς για τα όρια εντός των οποίων επιτρέπεται να κινηθούν οι κρατικοί μηχανισμοί σύμφωνα με τους νόμους που το ίδιο το Κράτος, δηλαδή οι ολιγαρχίες, έχουν θεσπίσει κυριαρχικά, οι οποίοι παραβιάζονται απροσχημάτιστα από τους κύκλους που την επικαλούνται διαρκώς). Μάλιστα, δεν έχει γίνει καθολική πεποίθηση στην κοινωνία ότι ΕΛ.ΑΣ. και ακροδεξιές οργανώσεις, όπως η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτό σημαίνει, εκτός από τα προφανή (π.χ.: σε ποιά χώρα του κόσμου είδατε τους πάνοπλους μπάτσους να πανηγυρίζουν σαν παίκτες ποδοσφαιρικής ομάδας μετά την απρόκλητη επίθεσή τους κατά διαδηλωτών που συντεταγμένα και απόλυτα ειρηνικά, φεύγουν – γεγονότα επί της Πανεπιστημίου της 26.09.2012), και την λουμπενοποίηση, ή για να ειπωθεί απλούστερα, την σχεδόν επίσημη μαφιοζοποίηση του Κράτους, την οριστική απαλοιφή των ορίων μεταξύ Κράτους και Παρακράτους.

Το επόμενο βήμα;

Καμία απολύτως απεργία δεν κάλυψε το σύνολο των εργαζομένων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων αδυνατεί να απεργήσει αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο της απόλυσης σε μια χώρα που η πραγματική ανεργία ξεπερνά πια το 25%. Συνεπώς υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και ως προς τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων των σχετικών με τις απεργιακές κινητοποιήσεις και, κατ’ επέκταση, είναι προφανής ο συνδικαλιστικός ξεπεσμός, ειδικά των τριτοβάθμιων σωματείων – την στιγμή που ελάχιστα πρωτοβάθμια δραστηριοποιούνται και μάλιστα επιτυχώς. Υπάρχει, όμως, και ένα βαθύτερο ζήτημα εδώ που πρέπει να συζητηθεί: αυτό της έλλειψης πραγματικού προτάγματος. Κοντολογίς, μεγάλο μέρος του πληθυσμού κινητοποιείται, είτε αποφασίζει να δράσει μαζικά, μόνο όταν δει ότι θίγονται τα δικά του οικονομικά συμφέροντα, απαιτώντας, ταυτόχρονα, είτε φορολογικές ελαφρύνσεις, είτε αυξήσεις, είτε περισσότερα επιδόματα. Αναμφισβήτητα, όλα αυτά τα αιτήματα είναι δίκαια, ιδιαίτερα σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου δικαιώματα που κερδήθηκαν με αγώνες και αίμα χιλιάδων ανθρώπων (οχτάωρο, δωρεάν παιδεία, υγεία, στέγαση). Όμως, κρίνουμε εξαιρετικά σημαντικό την περαιτέρω διεκδίκηση, αν όχι την δημιουργία αντιδομών που θ’ αντικαταστήσουν τους παλιούς ιεραρχημένους κοινωνικούς θεσμούς, και θα προωθούν την ισονομία, την άμεση δημοκρατία, τον κοινωνικό στοχασμό αλλά και τον συνολικό επανακαθορισμό των αναγκών, σε κάθε στιγμή. Μέσα σε μια τέτοια προοπτική θα μπορούσαν να βρεθούν, αν όχι λύσεις, τουλάχιστον σημαντικές απαντήσεις στην ανθρωπολογική κρίση των καιρών, που μαστίζει τις σύγχρονες κοινωνίες. Θα μπορούσε, έτσι, να καταστεί δυνατή η λειτουργία αυτόνομων κοινωνικών θεσμών, μέσω της δημιουργίας μιας πραγματικά δημόσιας ή πολιτικής σφαίρας, που θα επιδιώκουν την ατομική και συλλογική απελευθέρωση, ως εκ τούτου, τη διαμόρφωση ενός νέου ανθρωπολογικού τύπου, πιο υπεύθυνου, σκεπτόμενου και πραγματικά ελεύθερου. Κοινώς, κρίνεται απαραίτητη η υιοθέτηση πολιτικού προτάγματος, πέρα από την δικαίωση των οικονομικών αιτημάτων. Κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν μπορεί να ξεπηδήσει μέσα από μια μονοήμερη (ή έστω και διήμερη) απεργία ή στάση εργασίας, παρά μόνο μέσα από μια διαρκής και συνεχιζόμενη πάλη ενάντια στο παλιό καθεστώς, με σκοπό να ριζώσει στη συνείδηση των πολιτών η ιδέα και η επιθυμία για ρήξη με τις αξίες που αυτό πρεσβεύει.

Ο ίδιος ο κόσμος που υποφέρει και επιζητά «μια αλλαγή», δυσκολεύεται να κατανοήσει (υπό την πίεση και της καθημερινά βιούμενης οικονομικής δυσπραγίας) ότι κάθε απεργία που δεν είναι πολιτική αλλά και διαρκής, και που δεν κηρύχθηκε εξ αρχής ως τέτοια και μάλιστα ως πολιτική, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία και μάλλον αποτελεί ευχάριστο δώρο στην εργοδοσία και τα κάθε είδους αφεντικά (δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα). Κανείς και τίποτα δεν μπόρεσε να οργανώσει, ούτε κατ’ ελάχιστον τις αμέτρητες στρατιές ανέργων, οι οποίοι, από μόνοι τους θα επαρκούσαν, ώστε να παίξουν καταλυτικό ρόλο σε κάθε κινητοποίηση (από δυναμικές διαδηλώσεις έως περιφρούρηση των απεργιών όσων ακόμα εργάζονται, από απεργοσπάστες και κάθε είδους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς). Σίγουρα, δράσεις, όπως η αυτο-διαχείριση του νοσοκομείου του Κιλκίς αποτελούν πηγές έμπνευσης για περαιτέρω πολιτική δράση, μιας και θέτουν γερές βάσεις για την αντικατάσταση των παλιών θεσμών παραγωγής και εργασίας με νέους, όμως κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, οι καταλήψεις εργοστασίων και επιχειρήσεων θα μπορούσαν να καταστούν πιο γενικευμένες, αντί να περιμένουμε μεσσιανικά κάποιον ηγέτη, κάποια αυθεντία, κάποιον πεφωτισμένο γνώστη που θα μας οδηγήσει έξω από το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε περιέλθει.

Στο μεταξύ, η αυξανόμενη φτώχεια και η αθλιότητα, αποτελεί ένα ολοένα και διογκούμενο εμπόδιο σε κάθε έμφυτη ή οργανωμένη προσπάθεια για κοινωνική αλληλεγγύη. Όταν κάποιος δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα μέσα για να ικανοποιήσει ούτε τις βασικές του ανάγκες, δύσκολα θα βοηθήσει τον επίσης εξαθλιωμένο (ίσως με άλλο τρόπο) γείτονά του ή συνάδελφό του ή, ακόμα και τον στενό του συγγενή. Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Πώς και ποιοί θα πείσουν τις εξαθλιωμένες (και απόλυτα αιφνιδιασμένες) μάζες να οργανωθούν και να δράσουν, με την έννοια της καθολικής κοινωνικής ανυπακοής, και μάλιστα σε βάσεις που να αποκλείουν την παρείσφρηση φασιστοειδών ή βαθιά συντηρητικών στοιχείων; Φυσικά, μέσα από ένα άρθρο, δεν μπορούν να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Εξάλλου, δεν είμαστε ούτε εξουσιοδοτημένοι για κάτι τέτοιο. Θα λέγαμε, όμως, πως, ούτε καν το επιθυμούμε, γιατί οποιαδήποτε έτοιμη απάντηση ή θ’ αποτελούσε προσωπική γνώμη είτε πλάνη. Το θέμα είναι να συμφωνήσουμε στην κρισιμότητα των παρατηρήσεων και στην ορθότητα των ερωτημάτων. Οι απαντήσεις θα έρθουν μέσα από την τριβή στους κοινωνικούς αγώνες και υπό την πίεση της ανάγκης. Δεν μπορούμε όμως παρά να υπενθυμίσουμε κάποια πράγματα που είναι αυτονόητα (ακόμα κι αν, ως τέτοια, πολλοί τα λησμονούν):
  • Η κοινωνική επανάσταση κρίνεται επιτακτική. Η ίδια η πραγματικότητα είναι που την καθιστά ως την μόνη πιθανή διέξοδο από τον πλήρη ατομικό, κοινωνικό και πνευματικό αφανισμό.
  • Η σύγκρουση με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων δεν είναι απαραίτητο και (δεν θέλουμε, άλλωστε) να μετέλθει με βίαια μέσα παρά μόνο στο βαθμό που αυτά θα χρησιμοποιηθούν ως αυτοάμυνα: είναι ανόητη αλλά και αναποτελεσματική η επίθεση σε πάνοπλους αστυνομικούς•  είναι καταστροφική, επίσης η τάση λουμπενοποίησης που επικρατεί σε διάφορους παραδοσιακούς επαναστατικούς χώρους (σύγκρουση μόνο και μόνο για χάρη της σύγκρουσης). Και σε επικοινωνιακό επίπεδο, επίσης, αυτού του είδους η τακτική είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, μιας και φτάνει στα μάτια των τηλε-πολιτών, εντελώς διαστρεβλωμένη και φετιχοποιημένη. Είναι, όμως, απόλυτα επιθυμητή και κατορθώσιμη η υπεράσπιση με κάθε τρόπο μιας αυτόνομης δομής όπως μια κοινότητα εναλλακτικής/ανταλλακτικής οικονομίας, ή η υπεράσπιση μιας απεργίας είτε από τις δυνάμεις καταστολής του παλαιού καθεστώτος, είτε από γραφειοκράτες που θα προσπαθήσουν να «καπελώσουν» για προσωπικό (ή κομματικό) τους όφελος μια τέτοια δράση. Οι πρώτοι δεν μπορεί ν’ αντιμετωπιστούν απολύτως ειρηνικά. Οι δεύτεροι θα πρέπει ν’ απομακρυνθούν από το πολιτικό σώμα, με κάθε μέσο και κάθε τρόπο. Παράλληλα, και με σκοπό την επίτευξη των παραπάνω στόχων, η μεταμόρφωση αυτών των τηλε-πολιτών σε ενεργούς συμμάχους κρίνεται αναγκαία και ο τρόπος να το καταφέρουμε αυτό φαίνεται πως δεν μπορεί παρά ν’ αρχίσει σε τοπικό επίπεδο, σε χώρους δουλειάς, σε κάθε μικροκοινωνικό επίπεδο.
  • Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να έχει αποτελέσματα αν δεν έχουμε την απαραίτητη οργανωτική δομή, η οποία οργανωτική δομή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να έχει ιεραρχικά χαρακτηριστικά, αλλά, αντίθετα, οφείλει να είναι οριζόντια.
  • Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να επιτύχει αν δεν διασπάσει την οργανωμένη κρατική καταστολή, σε πάρα πολλά μέτωπα. Η σχεδόν πατροπαράδοτη σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής στα κέντρα των πόλεων, για παράδειγμα,
Για άλλη μια φορά, τελειώνοντας, θα πούμε ότι η γενική πολιτική απεργία διαρκείας είναι ένα όπλο που, ίσως, θα μπορούσε να μας εξασφαλίσει μια μεγάλη νίκη. Μέχρι να μπορέσουμε να οργανώσουμε επιτυχώς ένα τέτοιο εγχείρημα, μικρές νίκες στην καθημερινότητά μας θα πρέπει να μάθουμε να κατακτούμε, νίκες που προαπαιτούν πάντα ως ζητούμενο, όχι μόνο να ικανοποιήσουν μια δεδομένη ανάγκη της στιγμής ή κάποιο επί μέρους αίτημα, αλλά ν’ αποτελέσουν, συνειδητά, έναν παραπόταμο ικανό να βοηθήσει στο να ξεχειλίσει ο κύριος ποταμός με όλη του την δύναμη, την αγριότητα και την ομορφιά του.

[1] Έχει πολλές φορές διαπιστωθεί ότι οι πρωταρχικές ανθρώπινες  αντιδράσεις κινητοποιούνται πρώτα με βάση τα συναισθήματα και έπειτα την λογική, γεγονός που επιτρέπει την αναμετάδοση ψευδών ειδήσεων που απλά ακούγονται όμορφα στ’ αυτιά του απεγνωσμένου ανθρώπου. Έτσι, δεδομένου  ότι βαδίζουμε στην εποχή όπου οι μεγάλοι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί  σταθμοί αρχίζουν να περιορίζονται  για χάρη της ανοιχτής διαδικτυακής ενημέρωσης, καλούμαστε να  μετασχηματίσουμε όλες αυτές τις τάσεις που ρέπουν προς τον ολέθριο λαϊκισμό, καθώς μια μοναδική ευκαιρία ανοίγεται μπροστά μας:  η δημιουργία μιας κατά κάποιον τρόπο ψηφιακής πολιτικής σφαίρας/κινηματικής πλατφόρμας, (η  οποία, αναμφισβήτητα, με τίποτα δεν μπορεί ν’ αντικαταστήσει την φυσική), όπου η  πρόσβαση στην γνώση θα μπορούσε να είναι θέμα μερικών δευτερολέπτων αναζήτησης.

25 Σεπτεμβρίου – ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΣΗ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΡΕΣΣΟΥ

 

Προσοχή! Αυτή μπορεί να είναι η επόμενη και καθοριστική κίνηση των πολιτών, με την οποία θα ξεκινήσει η διαδικασία της αλλαγής, που θα αφήσει πίσω το ισχύον καθεστώς και θα θέσει τις βάσεις μιας πραγματικής δημοκρατίας.

Το κίνημα είναι αποφασιστικό και ξεκάθαρο:

Στις 25 Σεπτεμβρίου θα φτάσει στη Μαδρίτη, μαζικά, απ’ όλες τις γωνιές της Ισπανίας, με σκοπό ΤΗΝ ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΣΗ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΡΕΣΣΟΥ και την επ’ αόριστον παραμονή του εκεί, μέχρι να επιτευχθεί η διάλυση των Κοινοβουλίων και να ξεκινήσει μια διαδικασία που θα οδηγήσει σε ένα νέο Σύνταγμα, αυτή τη φορά, Σύνταγμα ενός δημοκρατικού κράτους.
Όλοι οι πολίτες καλούνται να συμμετάσχουν, είτε ανεξάρτητα, είτε μέσω συνελεύσεων ή ομάδων πολιτών κλπ. Η αλλαγή είναι αναγκαία και τον πρώτο λόγο θα τον έχει ο λαός.

ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ.
Εμείς, καθημερινοί άνθρωποι, που δεν αντέχουμε άλλο να πληρώνουμε τις συνέπειες μιας κρίσης που δεν δημιουργήσαμε εμείς, ενωνόμαστε για να συντάξουμε αυτό το μανιφέστο και καλούμε όλους τους πολίτες του κράτους να υποστηρίξουν τις διεκδικήσεις μας που διατυπώνονται εδώ.
Θεωρούμε ότι η παρούσα κατάσταση έχει ξεπεράσει κάθε ανεκτό όριο, ότι είμαστε θύματα μιας επίθεσης χωρίς προηγούμενο, που, χρησιμοποιώντας την κρίση ως πρόφαση, καταστρέφει τις ζωές μας και ότι οι υπέυθυνοι είναι αυτοί που έχουν διαμορφώσει μια ολιγαρχία που βρίσκεται στο απυρόβλητο, με την συνενοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων του Κοινοβουλίου, που χειραγωγεί όλες τις εξουσίες του κράτους για να διατηρήσει τα προνόμια και τον υπέρμετρο και παράνομο πλούτο της. Είναι πια ολοφάνερο ότι ζούμε σε μια γιγάντια κοινωνική απάτη, με κυβερνήσεις που ψεύδονται συστηματικά, κάνοντας ακριβώς το αντίθετο απ’ αυτό που δήλωναν προεκλογικά και ότι δεν υπάρχει κανενός είδους δικαιοσύνη για τους τραπεζίτες, τους πολιτικούς και για τους επιχειρηματίες, τους ενόχους αυτής της κατάστασης.

Απλά παρατηρούμε το πώς αυτή η κάστα δημιουργεί πολιτικές που καταστρέφουν τα δικαιώματα και τις ζωές μας και το πόσο είμαστε θύματα μιας αδικαιολόγητης καταπίεσης, όταν ζητάμε μια αλλαγή της κατάστασης αυτής. Πιστεύουμε ότι πρόκειται για ένα πρόβλημα μεγάλης ευρύτητας και πλέον η λύση του δεν περνά από τους συνηθισμένους μηχανισμούς του πολιτικού συστήματος, που αυτή η κάστα θεμελίωσε για να κάνει ό,τι νομίζει μ’ εμάς, τους πολίτες. Κατά συνέπεια, απαιτούμε:
  • Την πλήρη παραίτηση της κυβέρνησης λόγω εξαπάτησης της χώρας, με ασύλληπτο τρόπο και λόγω της καταστροφής στην αποία μας οδήγησε, καθώς και την διάλυση των Κοινοβουλίων και την άμεση προκήρυξη γενικών εκλογών.
  • Μια συνέλευση με εκλογικά δικαιώματα πρέπει να προκηρύξει αυτές τις γενικές εκλογές με σκοπό την δημιουργία ενός νέου Συντάγματος, με τη συμμετοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, καθώς δεν αναγνωρίζουμε κανένα κύρος στο ισχύον Σύνταγμα, που έχει συνταχθεί από μια κλίκα, πίσω απ’ την πλάτη του λαού και προστατεύει την κυριαρχία των κληρονόμων του φρανκισμού και όσων συνεργάστηκαν μαζί τους. Πρέπει να είναι ο λαός αυτός που καθορίσει το πρότυπο του κράτους στο οποίο θέλει να ζήσει, κάτι που δεν συμβαίνει με το σημερινό, έτσι όπως το διαμόρφωσε αυτή η κλίκα και εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντά της.
  • Έλεγχο για το δημόσιο χρέος της Ισπανίας, με μια αναστολή εξόφλησης του χρέους, μέχρι να ορισθούν με σαφήνεια τα ποσά που η χώρα δεν πρέπει να πληρώσει και εξυπηρετούν ιδιωτικά συμφέροντα – και χρησιμοποιούν την χώρα για δικούς τους σκοπούς – και όχι το σύνολο των Ισπανών πολιτών. Επίσης, απαιτούμε τον έλεγχο όλων των ύποπτων προσώπων για τέτοια εγχειρήματα και να δεσμευτούν οι περιουσίες τους, αν βρεθούν ένοχοι.
  • Την αλλαγή του εκλογικού νόμου, με σκοπό να αντιπροσωπεύει πραγματικά την βούληση του κυρίαρχου λαού, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν συμβαίνει με τον σημερινό.
  • Την άμεση ανάκληση όλων των μεταρρυθμίσεων του Λαϊκού Κόμματος (Partido Popular), οι οποίες, δεν συνιστούν καταστροφή μόνο για τη χωρά, αλλά και για την δημοκρατική βούληση του λαού.
  • Μια δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση, σύμφωνα με την οποία θα πληρώνουν περισσότερο όσοι έχουν περισσότερα. Επίσης, απαιτούμε την αναστολή της φορολογικής αμνηστίας που θέσπισε η κυβέρνηση και της οποίας η αδικία είναι μια πραγματική απάτη για τους έντιμους πολίτες.
  • Την κατάργηση όλων των προνομίων όσων έχουν πολιτικές ευθύνες και την δημιουργία μηχανισμών αυστηρού ελέγχου στην εκτέλεση των καθηκόντων τους.
  • Την άμεση παύση όλων των εξώσεων και την διάθεση προς ενοικίαση, σε χαμηλή τιμή, όλων των ακινήτων που ανήκουν σε τράπεζες και ταμεία και δέχθηκαν βοήθεια από δημόσια ταμεία.
  • Την διανομή των διαθέσιμων θέσεων εργασίας σε όλους. Είναι μια μεγάλη πλάνη το ότι πρέπει να δουλεύουμε περισσότερο, πλάνη που στηρίζεται στην φιλαργυρία των μεγάλων συμφερόντων και στρέφεται κατά των απλών πολιτών.
Για τους παραπάνω λόγους συγκαλούμε τους πολίτες στις 25 Σεπτεμβρίου 2012 να διαδηλώσουν επ’ αόριστον στην είσοδο του Κονγκρέσσου, μέχρι να επιτευχθεί η παραίτηση της κυβέρνησης και η έναρξη της διαδικασίας για νέο Σύνταγμα, κάνοντας έτσι μια έκκληση για μια μαζική συγκέντρωση, για μια κοινωνία πιο δίκαιη.

* To άρθρο στα Ισπανικά

Το κενό μεταξύ των δύο «άκρων»

ΕΝΘΕΜΑΤΑ 23 Σεπτεμβρίου 2012 του Πολυμέρη Βόγλη

Η «θεωρία των δύο άκρων» άρχισε να εμφανίζεται στο δημόσιο λόγο πριν από τις εκλογές του Μαΐου. Βασιζόταν σε μια σχετικά απλή και φαινομενικά ορθή διαπίστωση: ο διαφαινόμενος καταποντισμός των δύο μεγάλων κομμάτων που δέσποζαν στο χώρο του Κέντρου, θα οδηγούσε στην άνοδο των δυνάμεων που τοποθετούνταν σαφέστερα στον χώρο είτε της Δεξιάς είτε της Αριστεράς. Ωστόσο η διαπίστωση αυτή ήταν η αφετηρία για την προσπάθεια συσχέτισης των δύο άκρων, την απόπειρα, δηλαδή, να κατασκευαστεί μια βαθύτερη ταύτιση των δύο χώρων, της Αριστεράς και της Ακροδεξιάς. Η «θεωρία των δύο άκρων», λίγους μήνες μετά την εμφάνισή της, τείνει πλέον να μετατραπεί σε «κοινό τόπο», μια «αλήθεια», που επαναλαμβάνεται από δημοσιογράφους, πολιτικούς και διανοούμενους.

Το ιστορικό υπόβαθρο αυτής της θεωρίας βρίσκεται στις απόψεις που κυκλοφορούν εδώ και δεκαετίες και οι οποίες εξομοιώνουν τον ναζισμό και τον κομμουνισμό. Αρχικά, στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, η εξομοίωση επιχειρήθηκε στο πλαίσιο του ερμηνευτικού σχήματος του «ολοκληρωτισμού», και μετά το 1989, στην κατασκευή μιας κοινής ευρωπαϊκής αφήγησης για τον 20ό αιώνα, η οποία να συμπεριλαμβάνει και τις πρώην κομμουνιστικές χώρες, μια αφήγηση καταδίκης τόσο του ναζισμού όσο και του κομμουνισμού, οι οποίοι προκάλεσαν στην Ευρώπη δεινά και καταστροφές. Η σύνδεση του Χίτλερ με τον Στάλιν ως των δύο «δεινών» της Ευρώπης του 20ού αιώνα είχε ως συνέπεια να απαξιωθούν όχι τόσο το σοβιετικό καθεστώς όσο οι ιδέες της επανάστασης και της κοινωνικής ισότητας. Επιπλέον, κάποιοι εξακολουθούν να ταυτίζουν την Αριστερά με τον Στάλιν και τα γκούλαγκ, παρά το γεγονός ότι η Αριστερά στο πέρασμα των δεκαετιών έχει μεταμορφωθεί μέσα από κριτική και διασπάσεις, την ώσμωση με κοινωνικά κινήματα, τη διάνοιξη νέων ιδεολογικών οριζόντων.

Στο έδαφος αυτών των σαθρών ιστορικών «αναλογιών», επιδιώκεται η συσχέτιση Αριστεράς και άκρας Δεξιάς σήμερα. Η συσχέτιση επικεντρώνεται σε δύο διαφορετικά ζητήματα: τον λαϊκισμό των αντιδράσεων κατά του Μνημονίου και τη βία. Ως προς το πρώτο, το επιχείρημα είναι ότι η κοινωνική δυσαρέσκεια και κινητοποίηση, όπως εκφράστηκε τα δύο τελευταία χρόνια με αποκορύφωμα το κίνημα των «πλατειών» και στην οποία καταλυτικό ρόλο είχε η Αριστερά, έδωσε την ευκαιρία στην άκρα Δεξιά να αρδεύσει δυνάμεις, επενδύοντας στον αντικοινοβουλευτισμό και τη λαϊκιστική απόρριψη του πολιτικού συστήματος. Κάτι τέτοιο απλώς δεν ισχύει. Όλοι γνωρίζουν ότι στις διαδηλώσεις κατά του Μνημονίου πρωταγωνίστησαν πρωτοβάθμια σωματεία, οργανώσεις της Αριστεράς, συνελεύσεις κατοίκων κλπ.· όλοι γνωρίζουν ότι στην πλατεία Συντάγματος εξελίχθηκε ένα πρωτόγνωρο εγχείρημα άμεσης δημοκρατίας και αυτο-οργάνωσης, ομόλογο με άλλα διεθνή όπως το Occupy· όλοι γνωρίζουν ότι η Χρυσή Αυγή είχε καταδικάσει τις «πλατείες» ως «επαναστατικό πανηγυράκι» και όσα μέλη της εμφανίστηκαν εκδιώχθηκαν από τους διαδηλωτές. Το επιχείρημα περί λαϊκισμού των κινητοποιήσεων που τροφοδοτεί τα άκρα, προσπαθεί να απονομιμοποιήσει συνολικά την κοινωνική διαμαρτυρία και ο «μη ευπρεπής» χαρακτήρας των αντιδράσεων αποτελεί το άλλοθι όλων εκείνων που θέλουν να υπονομεύσουν την ενεργοποίηση της κοινωνίας.

Η βία είναι ιστορικά καταστατικό στοιχείο της δράσης της άκρας Δεξιάς. Οι δολοφονικές επιθέσεις και τα πογκρόμ κατά μεταναστών το καλοκαίρι το επιβεβαίωσαν με τον πιο αδιάψευστο και τραγικό τρόπο. Πρόσφατο δημοσίευμα της Καθημερινής, ακολουθώντας πιστά τη «θεωρία των δύο άκρων», εξίσωσε πλήρως τη βία της άκρας Δεξιάς με αυτήν της Αριστεράς, και κατά συνέπεια την άκρα Δεξιά με την Αριστερά. Η πρόθεση ήταν σαφής: να απονομιμοποιηθεί η Αριστερά μέσα από την αναλογία της με τη Χρυσή Αυγή, και άρα να συμπεριληφθεί μαζί με την άκρα Δεξιά στις «επικίνδυνες» δυνάμεις: «Kουκουέδες, συρριζαίοι, χρυσαυγίτες — όλοι τους βλάπτουν τη δημοκρατία εξίσου», όπως έγραφε επί λέξει το συγκεκριμένο άρθρο. Η ταύτιση Αριστεράς και Χρυσής Αυγής με κοινό παρονομαστή τη βία, δεν αντέχει οποιασδήποτε σοβαρής κριτικής. Πολύ περισσότερο, όταν η βία παραμένει απροσδιόριστη και συνδέεται με την «ανομία» (άλλη μια έννοια του συρμού, που εξηγεί τα πάντα και τίποτα) για να μπορέσει να καλύψει πολύ διαφορετικές ενέργειες. Μπορεί η δολοφονία ενός ανύποπτου μετανάστη να εξομοιωθεί με την κατάληψη ενός πανεπιστημιακού κτιρίου;

Ωστόσο, το ουσιαστικό πρόβλημα δεν βρίσκεται στη διάκριση μεταξύ «καλής» ή «κακής» βίας αλλά στην ίδια την ταύτιση της Αριστεράς με τη βία. Και αυτό τη στιγμή που είναι γνωστό ότι, η χρήση βίας δεν συνιστά καταστατικό στοιχείο της δράσης ή της ιδεολογίας της Αριστεράς σε συνθήκες δημοκρατίας, και γι’ αυτό τον λόγο το ζήτημα της βίας έχει αποτελέσει διαχωριστική γραμμή στους κόλπους της.

Η βία της άκρας Δεξιάς βρίσκεται στον πυρήνα μιας ιδεολογίας μίσους, που καλλιεργεί τον εθνικισμό, τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό και την ομοφοβία. Μια ιδεολογία μίσους που δεν εκκολάφθηκε στις «πλατείες» αλλά μέσα από μια μακρά ιδεολογική διαδικασία στην οποία κυριάρχησαν στη δημόσια σφαίρα η πατροδικαπηλία, η ξενοφοβία, οι θεωρίες συνωμοσίας, ο σεξισμός. Μια ιδεολογία που μετατράπηκε σε πολιτική δύναμη σε μια συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, όπου επικρατεί η ανεργία, η ανασφάλεια και η κατάρρευση του «παλαιού κόσμου». Από αυτήν την άποψη, οι ιδεολογικές συγγένειες της άκρας Δεξιάς δεν εντοπίζονται με το χώρο της Αριστεράς αλλά το χώρο της Δεξιάς. Ποια η διαφορά ανάμεσα στη ρητορική της Χρυσής Αυγής και σε απόψεις στον χώρο της Ν.Δ., όπως αυτή του Φαήλου Κρανιδιώτη, που καταγγέλει τους πανεπιστημιακούς ότι «κοπρίζουν τα ανθελληνικά σκατά τους μέσα στα μυαλά της νεολαίας» και καλεί σε «επανελλήνιση» της παιδείας (Κυριακάτικη Δημοκρατία, 2.9.2012); Το πρόβλημα με τη «θεωρία των δύο άκρων» δεν είναι ότι βασίζεται σε γενικεύσεις, απλουστεύσεις, αποσιωπήσεις και διαστρεβλώσεις σε ένα εγχείρημα απονομιμοποίησης της Αριστεράς. Το πρόβλημα είναι ότι εντάσσει τη Χρυσή Αυγή σε μια κανονικότητα που δήθεν προϋπάρχει, ότι αναζητά δικαιολογίες και αναλογίες για τη δράση της, ότι, τελικά, προετοιμάζει το έδαφος για τον επόμενο στόχο της Χρυσής Αυγής μετά από τους μετανάστες. Και αυτά, όντως, βλάπτουν την δημοκρατία.

Ο Πολυμέρης Βόγλης διδάσκει σύγχρονη ιστορία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Ποιος βάζει τις φωτιές; Μια ερώτηση που με καίει


 

Ποιός βάζει αλήθεια τις φωτιές;Τα 25 χρόνια που κάνω ρεπορτάζ,εχω καλύψει εκατοντάδες φωτιές και μοιραία έχω διατυπώσει το ερώτημα αυτό χιλιάδες φορές.Ποιός τις βάζει λοιπόν;Το πορτραίτο του εμπρηστή όπως σκιαγραφείται από τις έρευνες της Πυροσβεστικής,είναι ένας συνηθισμένος υπερήλικας που κάνει το μοιραίο λάθος.Το σκοτεινό προφιλ ωστόσο που σκιαγραφείται από τα κανάλια,περιλαμβάνει από οικοπεδοφάγους έως τούρκους πράκτορες.

Έχω δει βεβαίως,όπως και οι περισσότεροι,κάποιον να πετάει το τσιγάρο από το παράθυρο του αυτοκινήτου (όπως και στάχτη στο πρόσωπο του οδηγού μηχανής που ακολουθεί) αλλά όχι κάποιον οικοπεδοφάγο ή πράκτορα.

Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν.Αλλά μου κάνει εντύπωση, που αυτά τα κανάλια,τα έτοιμα για όλα και κυρίως για σενάρια,έχουν αφήσει να τους διαφύγει ένα πραγματικό σενάριο για τις φωτιές.
Για πρώτη φορά, τρείς εισαγγελικές έρευνες (εισαγγελείς Παπανδρέου, Ελευθεριάνος),έχουν γίνει για το θέμα της δασοπυρόσβεσης.Με αφορμή αυτές τις έρευνες το HOT DOC κυκλοφορεί με ένα αφιέρωμα για το ίδιο θέμα.Πάνω από 10 χρόνια, έλληνες υπουργοί,υπογράφουν συμβάσεις για δασοπυρόσβεση με ελικόπτερα,σε τιμές πενταπλάσιες των πραγματικών.Οι ΗΠΑ πλήρωναν την ώρα δασοπυρόσβεσης με ελικόπτερο 4.500 ευρώ και η Ελλάδα 20.000 ευρώ.Οι διαγωνισμοί για την επιλογή των πυροσβεστικών ελικοπτέρων ήταν φωτογραφικοί.Ανάμεσα σε δεκάδες τύπους πυροσβεστικών ελικοπτέρων, μόνο ένας, με χωρητικότητα δεξαμενής 9.000 λίτρων (ούτε 7.000 αλλά ούτε 13.000),προδιαγραφόταν ως αναγκαίος για δασοπυρόσβεση στην Ελλάδα.

Επιλέον πληρώναμε πολλαπλάσια ποσά για κάθε «υπερωριακή» πτήση πυρόσβεσης.Όπως μπορείτε να διαβάσετε στο HOT DOC,οι ίδιοι οι πιλότοι υποστηρίζουν πως τους δίνονταν εντολές να ρίχνουν νερό ακόμη και όταν δεν χρειαζόταν, στα βράχια για να γράφονται ώρες πτήσης
Το χειρότερο;Πέντε ιδιόκτητα ελικόπτερα της πυροσβεστικής αφέθηκαν να ρημάζουν για να νοικιάζουμε ιδιωτικά.Το 2007 που κάηκε η Ελλάδα,αυτά τα ελικόπτερα,παρότι έτοιμα για απογείωση,δεν πήραν ποτέ εντολή να πετάξουν για τη φωτιά

Ένα διακομματικό επιτελείο της Πυροσβεστικής (ανάμεσά τους 3 αρχηγοί) και βέβαια οι πολιτικοί τους προιστάμενοι,υπέγραφαν συμβάσεις που ζήμιωναν το ελληνικό κράτος.Για την ακρίβεια έκαναν κάποιους πλούσιους την ώρα που καιγόταν η Ελλάδα

Ας βάλουμε τώρα δύο εύλογα ερωτήματα.Το πρώτο είναι γιατί αυτό το σκάνδαλο θάφτηκε από τα ΜΜΕ,την ώρα που υπάρχουν δικογραφίες και στη Βουλή έχουν διαβιβαστεί ερωτήματα από την εισαγγελία για διερεύνηση ευθυνών 3 υπουργών (διώκεται και ένας γενικός γραμματέας Υπουργείου)
Το δεύτερο ερώτημα είναι το εξής:αφού όλοι αυτοί κερδοσκοπούσαν με την καταστροφή της Ελλάδας,χωρίς ντροπή,πλούτιζαν ανήθικα πάνω στα αποκαίδια της,έχει δικαίωμα κάποιος να αναρωτηθεί μήπως δημιουργούσαν ακριβώς αυτή την καταστροφή οι ίδιοι;

Υπάρχει ένα σοβαρό παράδειγμα που ενισχύει το ερώτημα.Μια από τις εταιρείες πυρόσβεσης,έπρεπε να πληρώσει ρήτρες στο ελληνικό κράτος,γιατί παρουςσίαζε αδυναμία πτήσης.Οι ρήτρες ήταν περίπου 900.000 ευρώ.Η εταιρεία δεν πλήρωσε.Αντιθέτως,εγκρίθηκε η επέκταση της σύμβασης της εταιρείας για δασοπυρόσβεση Νοέμβρη μήνα, (χειμώνα δηλαδή) για την Κρήτη.Ετσι η σύμβαση ισοφάρισε τις ρήτρες.Όταν έγινε γνωστή η επέκταση της σύμβασης δημιουργήθηκε μεγάλος θόρυβος στην πυροσβεστική.»Πού ακούστηκε σύμβαση Πυρόσβεσης το χειμώνα» έλεγαν.Και ήταν τότε ακριβώς που μια φωτιά ξέσπασε στην Κρήτη και «δικαιολόγησε» την σύμβαση

Στις εγκληματολογικές έρευνες λένε πως αν θες να δεις ποιός κάνει το έγκλημα,δες ποιός έχει κίνητρο.Εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ,είναι κίνητρο για πολλούς και για πολλά εγκλήματα.Πόσο μάλλον για μερικές φωτιές.Ίσως πρέπει να το ψάξει η εισαγγελία.

Το κυνήγι της αλεπούς


 

Ο λόγος που επικρατεί ο παραλογισμός, είναι πως είναι απείρως πιο εξυπηρετικός και βολικός από τη λογική και τις απαιτήσεις της. Η Ελλάδα ζει λοιπόν σε έναν παραλογισμό που την βοηθά να αποτάξει τις ευθύνες της, να ξεφύγει από την απαίτηση να βρει πολιτικές λύσεις, να δικαιολογηθεί για μια ακόμη φορά. Μόνο που ο φασισμός δεν είναι παιχνίδι και ας είναι η δικαιολογία του βλάκα: «Φταίνε για όλα οι άλλοι. Εγώ πρέπει απλώς να είμαι συνεπής και ανυποχώρητος στην όποια βλακώδη απόφαση και στερεότυπό μου».

Παραμυθιαζόμαστε επί χρόνια, πως δεν είμαστε ρατσιστές, δεν είμαστε ξενοφοβικοί και σίγουρα δεν είμαστε φασίστες. Αν κάτι παράγει ο βλακώδης νεοελληνισμός και η αμορφωσιά είναι απλώς οι βάσεις του φασισμού.

Αυτός που εξυπηρετήθηκε από το πολιτικό σύστημα, ο αναξιοπρεπής και βολεψάκιας είναι πιθανότερο να γίνει ένας κυνηγός κεφαλών, μαύρων κεφαλών, παρά ένας πολίτης που ζητάει λύσεις και αξιοπρέπεια. Ο καβαλάρης της Καγιέν με μισθό υπαλλήλου Τραπέζης, είναι ευκολότερο να καβαλήσει το άρμα του φασισμού και να κυνηγήσει ξενόφερτους καταστροφείς, από το να καβαλήσει αυτό της λογικής και της απαίτησης.

Ας μην γελιόμαστε. Η Ελλάδα είναι αυτό που βλέπουμε μπροστά μας. Ένα κομμάτι της είναι έτοιμο να ξεκινήσει το κυνήγι της αλεπούς. Να κυνηγάει και να μαχαιρώνει ανθρώπους στην Ομόνοια, σαν να πρόκειται για κυνήγι της αλεπούς, για να νοιώσει ανώτερο όπως οι Άγγλοι ευγενείς. Αυτές τις μέρες σκοτώνονται άνθρωποι και δεν αναζητείται ο εγκληματίας αλλά η εθνικότητά του. Μεγάλες εφημερίδες το 2012, λειτουργούν όπως η Αυριανή της δεκαετίας του 80,απευθυνόμενες στα πιο ζωώδη ένστικτα. Και η κυβέρνηση, ξεκινώντας πρώτη το κυνήγι μαγισσών, χωρίς κανόνες και όρια δείχνει με ευκολία που την εξυπηρετεί τους αλλοδαπούς να φταίνε.

Το facebook έχει γεμίσει από εκκλήσεις «πατριωτών» που διψούν για ΤΙΜΗ και ΑΙΜΑ και προαναγγέλλουν ακόμη και δολοφονίες. Είναι έτοιμοι να εγκληματήσουν και στη συνέχεια να αυτοστεφανωθούν ως ήρωες μιας εθνικής ιδέας.

Όπως πάντα ο πατριωτισμός παραμένει το καταφύγιο των απατεώνων. Φοβάμαι και των δολοφόνων. Οι πιο διεστραμμένοι, ανώμαλοι, που ξέβρασε το κύμα της ζωής και της απαίτησης, βρίσκουν επιβεβαίωση, ή ψάχνουν τουλάχιστον μέσα στο κοινωνικό σύνολο, βάζοντάς το να αποδεχθεί αυτές τις ιδέες.

Και η κοινωνία; Θα τους δεχθεί ως ήρωες και μαχητές; Η Χρυσή Αυγή είναι ένα πρόβλημα, αλλά δεν είναι το πρόβλημα. Το πραγματικό πρόβλημα είναι η μάζα που είναι έτοιμη να ζητωκραυγάσει στην αρένα για να ξεχάσει τις ευθύνες της. Οι ανίκανοι να διαχειριστούν τη ζωή τους πολιτικά, όσοι προσκύνησαν με επιμέλεια την απατεωνιά και την δουλικότητα και πρέπει να ανακαλύψουν την επιθετικότητα ως αξιοπρέπεια. Όσοι βολεύτηκαν και θέλουν κάποιον να φταίει αντί γι αυτούς.

Ο φασισμός στην Ελλάδα δεν έχει βάση την κοινωνική αγανάκτηση που ξεγελιέται. Έχει την νεοελληνική μεμψιμοιρία, την αυτάρκεια του ημιμαθή, τον ξερολισμό του βολεμένου. Η Χρυσή Αυγή μπορεί να τις ντύσει ιδεολογικά, να τις κάνει να φαντάζουν ως κάτι μεγαλοπρεπές και σίγουρα δικαιολογημένο.

Το μεταναστευτικό στην Ελλάδα είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να λυθεί. Είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα που κάποιοι φόρτωσαν στις πλάτες μας, κλείνοντας σύνορα με την υπόλοιπη Ευρώπη. Το άφησαν να διογκωθεί μέσα στην προχειρότητα και τη γραφειοκρατία της κρατικής μηχανής αλλά και τα συμφέροντα. Όλοι οι μετανάστες οδηγήθηκαν επιμελώς στο κέντρο της Αθήνας και γκετοποιήθηκαν, έριξαν τις τιμές των ακινήτων, και τώρα με τις επιχειρήσεις σκούπας όσοι αγόρασαν φτηνή γη θα γίνουν ζάμπλουτοι.

Μπορεί η Αριστερά να το βλέπει με συναισθηματική ιδεοληψία, αλλά η Δεξιά του Σαμαρά το βλέπει με όρους εμφυλίου.
Το κυνήγι της αλεπούς, πρέπει να σταματήσει με ευθύνη των σκεπτόμενων ανθρώπων και των υπεύθυνων πολιτικών δυνάμεων. Δεν είναι μόνο θέμα ανθρωπισμού και δικαιωμάτων. Αν δεν σταματήσει, ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, αυτό που έζησε χωρίς κόπο στην αγκαλιά του πολιτικού συστήματος της απάτης, είναι έτοιμο να προσχωρήσει στις βλακώδεις και βολικές εφευρέσεις του φασισμού για να αποκτήσει σημαντικότητα και άλλοθι. Ο φασισμός δεν χρειάζεται να πείσει ανθρώπους. Έχει έτοιμο κοινό στα πλήθη όσων έζησαν με πελατειακές σχέσεις και lifestyle και δεν έχουν κανένα κοινωνικό αντίσωμα. Ούτε κρίση. Είναι λοιπόν έτοιμοι για το κυνήγι της αλεπούς που θα τους κάνει να αισθάνονται Άγγλοι ευγενείς. Ή έστω έλληνες πατριώτες.

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

ΦΑΚΕΛΟΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ: Ταυτοπροσωπία ή ασυμβίβαστο ελεγκτών και ελεγχόμενων;

ONLYNEWS 17/9/2012

Διαχρονικά, η εναλλαγή των πολιτικών κομμάτων στην εξουσία σημαίνει αυτομάτως και εναλλαγή των προσώπων που αναλαμβάνουν καίριες διοικητικές θέσεις εξουσίας στη δημόσια διοίκηση. Η τοποθέτηση προσώπων της επιλογής της εκάστοτε κυβέρνησης, συνοδευόμενη πάντα από το κλισέ «έμπειρα στελέχη του ιδιωτικού τομέα» ή «αξιόλογοι τεχνοκράτες που έχουν διακριθεί στον ιδιωτικό τομέα» λειτούργησε κατά τρόπο και σε τέτοιο βαθμό ώστε να παγιωθεί σχεδόν η αντίληψη πως ο δημόσιος τομέας διαθέτει λιγότερο έμπειρα και αξιόλογα στελέχη, ικανά για να διεκπεραιώνουν αποκλειστικά την γραφειοκρατία των υπηρεσιών.

Κάθε κυβέρνηση, κάθε υπουργός τη στιγμή που δηλώνει πως θα υπηρετήσει με διαφάνεια και αξιοκρατία, επιλέγει με αυστηρά κομματικά κριτήρια τους επικεφαλής των εποπτευόμενων υπηρεσιών, οργανισμών, ανεξάρτητων αρχών, με στόχο να διασφαλίσει πως τα στελέχη αυτά θα διοικήσουν μέσα στο πλαίσιο της κομματικής πολιτικής, βάζοντας στην άκρη ακόμη και τους θεσμούς και τους νόμους. Το μείζον είναι όχι μόνον να μην αμφισβητηθεί η πολιτική και κομματική γραμμή, αλλά κυρίως να προσαρμοσθεί η διοίκηση στη γραμμή αυτή. Με τον τρόπο αυτό η πολιτική εξουσία αλώνει τις ανεξάρτητες αρχές οι οποίες υπό την καθοδήγηση των πολιτικά διορισμένων διοικήσεων λειτουργούν υπό καθεστώς πλήρους αδιαφάνειας και απόλυτης εξάρτησης από την κυβέρνηση.

Μια ματιά στα βιογραφικά σημειώματα, διακεκριμένων στελεχών του ιδιωτικού τομέα που έχουν διατελέσει σε θέσεις ευθύνης στη δημόσια διοίκηση, αρκεί για να διαπιστωθεί πως η θητεία των στελεχών αυτών στον δημόσιο τομέα, συμπίπτει απολύτως με τις κυβερνητικές θητείες των κομμάτων εξουσίας. Μόλις το κόμμα χάσει τις εκλογές, τα στελέχη επιστρέφουν στον ιδιωτικό τομέα συνήθως στις ίδιες θέσεις, περιμένοντας την επόμενη εκλογική νίκη για να επανέλθουν στο δημόσιο και συνήθως σε μια θέση μεγαλύτερης εξουσίας από την προηγούμενη.

Αρκετές φορές θέσεις ευθύνης κατά κανόνα σε ΔΕΚΟ δευτερεύουσας όμως σημασίας, καταλαμβάνουν αποτυχημένοι πολιτευτές με καθαρά κομματικά κριτήρια που «πρέπει κάπου να βολευτούν».

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις μεγάλες κρίσιμες θέσεις, όπου οι τοποθετήσεις γίνονται πέραν των πολιτικών και με άλλα κριτήρια, μέσα από τα οποία εξυπηρετούνται μεγάλα οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η επιλογή των προσώπων ξεπερνά υπουργούς και κυβερνήσεις, που υποτάσσονται στη βούληση μεγαλοσχημόνων οικονομικών παραγόντων.

Σε πολλές περιπτώσεις αποτελεί κοινό μυστικό ότι ο τάδε ή ο δείνα επικεφαλής οργανισμού είναι «άνθρωπος του Χ επιχειρηματία» και ουδείς εκπλήσσεται όταν οι αποφάσεις ευνοούν συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα ή κάνουν τα στραβά μάτια, εκεί όπου θα έπρεπε να ασκηθεί έλεγχος ή και να επιβληθούν κυρώσεις.

Αυτή η πάγια τακτική που καλλιέργησε επί σειρά δεκαετιών μια νεφελώδη σύγχυση των πεδίων μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού συμφέροντος, οδήγησε αφενός στην ατιμωρησία ακόμη και κραυγαλέων αδικημάτων και, αφετέρου, κατέστησε το κράτος ανυπόληπτο και παντελώς αναξιόπιστο, μετατρέποντάς το σε ένα μηχανισμό εξυπηρέτησης φίλιων συμφερόντων, συντεχνιακών προνομίων εις βάρος των πολιτών και της οικονομίας.

Η αντίληψη μάλιστα αυτή επιβεβαιώνεται κάθε φορά, όταν οι εκλεκτοί τεχνοκράτες μετά τη λήξη της θητείας τους ή μόλις η κυβέρνηση αλλάξει, όχι μόνον επιστρέφουν στις προηγούμενες δουλειές τους, αλλά συνήθως αναβαθμίζονται σε υψηλότερες στην ιεραρχία της επιχείρησης θέσεις, ως η επιστροφή να αποτελεί αυτομάτως επιβράβευση. Είναι εξ ίσου εντυπωσιακό ότι τέτοια φαινόμενα, παρουσιάζονται ως επιτεύγματα από τα ΜΜΕ τα οποία παρέχουν απόλυτη ασυλία, στα πρόσωπα, τις αποφάσεις ή τις παραλείψεις τους, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας τους όσο και μετά από αυτή.

Στη μεγάλη πλειοψηφία τους, τα επίλεκτα αυτά στελέχη προέρχονται από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, που αντικειμενικά διαθέτει άριστα εκπαιδευμένα στελέχη, με λαμπρές σπουδές, γνώστες της λειτουργίας των αγορών, με επαφές και σχέσεις στο εξωτερικό.

Ενδεικτική περίπτωση είναι η επιλογή του κ. Πέτρου Χριστοδούλου, ο οποίος τον Φεβρουάριο του 2010 ανέλαβε διευθύνων σύμβουλος του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Για να αναλάβει τη θέση αυτή ο κ. Χριστοδούλου παραιτήθηκε από την Εθνική Τράπεζα στη οποία εργάσθηκε το διάστημα 1998-2010, αρχικά ως «Group Treasurer» και στη συνέχεια γενικός διευθυντής Διαχείρισης Διαθεσίμων και Χαρτοφυλακίου Ιδιωτών και επικεφαλής του private banking της τράπεζας. Στο βιογραφικό του κ. Χριστοδούλου βλέπουμε ότι ξεκίνησε την καριέρα του στο τμήμα trading της Credit Suisse First Boston, στο Λονδίνο το 1985. Έχει εργαστεί στην Goldman Sachs, στο Λονδίνο (1987‐1988), στην Goldman Sachs Καναδά (1988‐1989), στη JP Morgan, στο Λονδίνο (1991‐1998).

Η τοποθέτησή του στον ΟΔΔΗΧ έγινε λίγο καιρό μετά την επίσκεψη του επικεφαλής οικονομικών ερευνών της Goldman Sachs Γκάρυ Κοέν στην Αθήνα και τη συνάντησή του με τον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου στο ξενοδοχείο Πεντελικόν. Την ίδια εποχή σε άρθρο της η γαλλική εφημερίδα LE MONDE αναφέρει «Στην Ευρώπη η Goldman Sachs στρατολογεί ισχυρά πρόσωπα για να εγκαθιδρύσει την δική της ισχύ» κάνοντας ειδική αναφορά στην «τοποθέτηση» του κ. Πέτρου Χριστοδούλου στον ΟΔΔΗΧ.

Ο κ. Χριστοδούλου από τη θέση του στη Εθνική Τράπεζα γνώριζε τα ενδότερα του θησαυροφυλακίου της Εθνικής, τη θέση της σε ομόλογα και μάλιστα υπήρξε το στέλεχος της τράπεζας που ήταν επιφορτισμένο με τη διαχείριση των διαθεσίμων της ΕΤΕ. Από τη θέση του στον ΟΔΔΗΧ έλαβε γνώση των αντίστοιχων στοιχείων όλων των τραπεζών, των ασφαλιστικών ταμείων, της διάρθρωσης του χρέους, της πλήρους λίστας των κατόχων ελληνικών ομολόγων και ήταν εκείνος που διεκπεραίωσε το περίφημο PSI. Εκ της θέσεως του ήταν ο στενότερος συνεργάτης του κ. Γ. Ζανιά υψηλόβαθμου στελέχους και μετέπειτα υπηρεσιακού υπουργού Οικονομικών.

Μετά τις τελευταίες εκλογές ο κ. Χριστοδούλου, ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που γνωρίζει με κάθε λεπτομέρεια την επίπτωση του PSI σε τράπεζες και ταμεία, επιστρέφει ξανά στην Εθνική. Μετά από ένα διάλλειμα 26 περίπου μηνών, η Εθνική Τράπεζα τον επαναπροσλαμβάνει (προφανώς η παραίτηση εάν είχε γίνει ήταν περισσότερο εικονική) και μάλιστα η νέα διοίκηση Αλέκου Τουρκολιά τον αναβαθμίζει. Ταυτόχρονα στην Εθνική τοποθετείται πρόεδρος ο κ. Γιώργος Ζανιάς, ο πρώην υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών και στενός συνεργάτης του κ. Χριστοδούλου. «Αυτοδικαίως» ο νέος πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας είναι και πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, δηλαδή εκπροσωπεί θεσμικά ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα. Νωρίτερα όμως από τη θέση του στο υπουργείο, ο κ. Ζανιάς επί κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου αλλά και επί εποχής Β. Βενιζέλου «αναγκάστηκε» να πάρει θέσεις διαμετρικά αντίθετες από εκείνες των τραπεζών. Για παράδειγμα ο κ. Ζανιάς δεν θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί από την κεντρική πολιτική γραμμή περί ελέγχου των «κακών αδηφάγων» τραπεζών, οι οποίες για το καλό της κοινωνίας έπρεπε να κρατικοποιηθούν, όπως υποστήριζαν τότε οι Παπανδρέου και Βενιζέλος. Σήμερα από την απέναντι όχθη ο κ. Ζανιάς ποιά θέση θα πάρει άραγε; Αυτή της διατήρησης του ιδιωτικού χαρακτήρα των τραπεζών ή του απόλυτου ελέγχου τους από το κράτος; Και ποιος θα είναι ο ρόλος των κ. Ζανιά και Χριστοδούλου μέσω της Εθνικής Τράπεζας στις διεργασίες αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος, με το πλεονέκτημα της εκ των έσω γνώσεως στα τεκταινόμενα των υπολοίπων τραπεζών;

Ανάλογη περίπτωση είναι και επιλογή τεχνοκρατών από την αγορά στην κορυφή π.χ. του Χρηματιστηρίου και περισσότερο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς η οποία έχει ισχυρό εποπτικό ρόλο.

Η κυβέρνηση Καραμανλή μετά τη νίκη της το 2004 προχώρησε όπως ήταν αναμενόμενο σε ριζικές αλλαγές στη δημόσια διοίκηση. Από τις πρώτες τοποθετήσεις ήταν εκείνη του κ. Αλέξη Πιλάβιου ο οποίος διαδέχθηκε τον καθηγητή Σταύρο Θωμαδάκη, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Για να αναλάβει τα καθήκοντα του προέδρου της Επιτροπής, ο κ. Πιλάβιος παραιτήθηκε από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας Alpha Επενδύσεων και Alpha Asset management, του ομίλου της Alpha Bank, στο δυναμικό του οποίου ανήκε από το 1992. Ο κ. Πιλάβιος προέρχεται από την τραπεζική αγορά έχοντας διατελέσει από το 1983 έως του 1991 σε διευθυντικές θέσεις στέλεχος της Τράπεζας Εργασίας, της Εμπορικής Τράπεζας και της ΕΤΕΒΑ.

Η πενταετής θητεία του Αλέξη Πιλάβιου στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σημαδεύτηκε από το μεγάλο σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων, που μαζί με το σκάνδαλο του Βατοπεδίου οδήγησαν στην αρχή του τέλους για την κυβέρνηση Καραμανλή. Για το περίφημο σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων, από τα οποία ξεκίνησε η καταλήστευση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων, ο κ. Πιλάβιος δέχθηκε σφοδρότατη κριτική από την τότε αξιωματική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ βουλευτές του οποίου τον κατηγόρησαν για «απροθυμία» και πλημμελή έλεγχο της υπόθεσης. Ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί πως η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 2009 δεν οδήγησε όπως θα περίμενε κανείς σε ουσιαστική διερεύνηση του σκανδάλου και σήμερα πέντε χρόνια μετά, η υπόθεση ακόμη εκκρεμεί, χαμένη κάπου στα φορτωμένα γραφεία των δικαστών.

Η πενταετία Πιλάβιου στην Κεφαλαιαγορά δεν έχει να επιδείξει σπουδαίο εποπτικό έργο, καθώς ο ίδιος μάλλον απέφευγε τις συγκρούσεις, ενώ η προστασία της ευαίσθητης σε πληροφορίες χρηματιστηριακής αγοράς, επέτρεπε την αδιαφάνεια στα πεπραγμένα της Επιτροπής και στα αποτελέσματα των ελέγχων που διενεργεί στο πλαίσιο των καθηκόντων της.

Πόσοι έλεγχοι διενεργήθηκαν κατά την περίοδο της προεδρίας Πιλάβιου στην χρηματοπιστωτική αγορά, στις χρηματιστηριακές εταιρείες των τραπεζών, πόσα πρόστιμα δεν επιβλήθηκαν, οι έλεγχοι ήταν τακτικοί ή όχι και αφορούσαν ισομερώς όλη την αγορά; Είναι γνωστό δε πως η επιβολή κυρώσεων και προστίμων καθορίζεται κατά κύριο λόγο από τον πρόεδρο, ο οποίος στην πραγματικότητα έχει όλη την εξουσία για να διενεργήσει εξονυχιστικούς ελέγχους, να τιμωρήσει ή ακόμη και να βάλει μια υπόθεση στο αρχείο. Το διάστημα της θητείας του κ. Πιλάβιου εξελίχθηκαν υποθέσεις όπως αυτή της Proton Bank και του μεγαλομετόχου της Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, από την οποία χιλιάδες μικρομέτοχοι απροστάτευτοι έχασαν τα χρήματά τους. Και αυτή η υπόθεση εκκρεμεί στη δικαιοσύνη μέχρι σήμερα και οι πρωταγωνιστές της δεν έχουν κληθεί ούτε καν σε απολογία.

Εν όψει των εκλογών του 2009 και της διαφαινόμενης ήττας της Νέας Δημοκρατίας, ο κ. Πιλάβιος εγκαταλείπει (παραιτήθηκε;) τη θέση του Προέδρου της Επιτροπής και μέσα στον επόμενο μήνα η Alpha Bank ανακοινώνει ότι «Σε εφαρμογή της αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της Τραπέζης που συνήλθε την 30.6.2009, ο κ. Αλέξιος Α .Πιλάβιος προσλαμβάνεται και τοποθετείται Γενικός Διευθυντής, από 1 Ιουλίου 2009, και θα εποπτεύει το Private Banking, τα Αμοιβαία Κεφάλαια, το Asset Management και τις Χρηματιστηριακές Εργασίες». Κι έτσι ο επόπτης ξαναγίνεται εποπτευόμενος.

Όπως και ο κ. Χριστοδούλου, έτσι και ο κ. Πιλάβιος επέστρεψε την επομένη στην παλιά του δουλειά, με αναβάθμιση των αρμοδιοτήτων μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η ευθύνη των χρηματιστηριακών εργασιών. Με άλλα λόγια, από ελεγχόμενος το 2004 στην ιδιωτική Alpha Bank, μετακινήθηκε στη θέση του ελεγκτή και το 2009 επανήλθε στη θέση του ελεγχόμενου.

Με πρότασή του κ. Πιλάβιου, εκλέγεται νέος πρόεδρος της Επιτροπής ο κ. Αναστάσιος Γαβριηλίδης, δικηγόρος, με προϋπηρεσία νομικού και οικονομικού συμβούλου στο ίδρυμα Αλέξανδρος Ωνάσης, στην Εθνική Χρηματιστηριακή Α.Ε. και εταίρος στο νομικό γραφείο Τσιμπανούλη & Συνεργάτες". Ο κ. Γαβριηλίδης από το 2005 είναι αντιπρόεδρος της Επιτροπής, alter ego και δεξί χέρι του κ. Πιλάβιου, ο οποίος φεύγοντας τον αναβαθμίζει σε πρόεδρο, με αντιπρόεδρο την κ. Μαρίνα Σουγιουλτζή πρώην στέλεχος της Lehman Brothers και της Barclays NY.

Κανείς στα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης δεν ασχολείται με το αυτονόητο θέμα του ασυμβίβαστου, με τις μετακινήσεις και την εναλλαγή των ρόλων των στελεχών με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως για παράδειγμα την τοποθέτηση του κ. Κώστα Μητρόπουλου στην θέση του επικεφαλής του Ταμείου Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), επί Β. Βενιζέλου. Ο Κ. Μητρόπουλος για να αναλάβει τη θέση αυτή παραιτείται από τον όμιλο της Eurobank όπου είναι επικεφαλής των χρηματιστηριακών εργασιών, θέση και ιδιότητα που προβάλλεται από τα ΜΜΕ με υπονοούμενα για το ρόλο που αναλάμβανε προς όφελος του ομίλου Λάτση.

Η κυβέρνηση Σαμαρά άλλαξε –φυσικά- τη διοίκηση του Ταμείου απομακρύνοντας τον Μητρόπουλο, (ο οποίος πλέον ιδιωτεύει αφού δεν επέστρεψε στην προηγούμενη θέση του στην Eurobank) και τοποθέτησε τον Σεπτέμβριο του 2012 πρόεδρο επικεφαλής του Ταμείου τον κ. Τάκη Αθανασόπουλο πρώην πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της ΔΕΗ την περίοδο 2007 – 2009, την οποία τώρα θα κληθεί να αποκρατικοποιήσει. Διευθύνων Σύμβουλος του Ταμείου ανέλαβε τον Σεπτέμβριο του 2012 ο κ. Γιάννης Εμίρης, επίσης τραπεζικό στέλεχος από το 1991 στην Alpha Bank και επικεφαλής από το 2004 της Διεύθυνσης Επενδυτικής Τραπεζικής και Χρηματοδοτήσεων Project Finance της Alpha Bank.

Εν αντιθέσει με την Ελλάδα, στο εξωτερικό ισχύουν κατά κανόνα περιορισμοί σε τέτοιου είδους μετακινήσεις. Επιβάλλεται σε στελέχη που έχουν διατελέσει υψηλόβαθμοι στην δημόσια ιεραρχία παράγοντες και ιδιαίτερα σε εποπτικές θέσεις, να μην μπορούν να προσληφθούν για διάστημα από 2-3 έτη, σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα τις οποίες εκ της προηγούμενης θέσης τους επόπτευαν. Σκοπός των περιορισμών αυτών είναι η ελαχιστοποίηση του ενδεχομένου κατάχρησης ή αξιοποίησης των πληροφοριών που τα στελέχη αυτά κατέχουν και που θα μπορούσαν να «ευνοήσουν» τους επόμενους εργοδότες τους, δημιουργώντας προϋποθέσεις προνομιακής θέσης, εις βάρος του ελεύθερου ανταγωνισμού, της διαφάνειας, των κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης και της οικονομίας ευρύτερα. Στην Ελλάδα πρέπει να ψάξει κανείς στο μικροσκόπιο για να εντοπίσει ανάλογες περιπτώσεις, οι οποίες αποτελούν την εξαίρεση και εξαρτώνται από το προσωπικό ήθος των στελεχών αυτών.

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

27% παλάτια στην άμμο

Του Περικλή Κοροβέση ΕΠΟΧΗ (Δευτέρα, 03 Σεπτεμβρίου 2012)

Στον ενθουσιασμό μας για το ιστορικό εκλογικό ποσοστό που κέρδισε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιουνίου, μας ξέφυγε μια μικρή λεπτομέρεια. Η χώρα δεν τραβάει αριστερά, αλλά πορεύεται ολοταχώς προς τη Δεξιά, την Άκρα Δεξιά και το Νεοναζισμό. Ας το δούμε αυτό με κάποια στοιχεία. Κατ’ αρχάς οι πολιτικές δυνάμεις που βρέθηκαν στις κυβερνήσεις των τελευταίων τριών χρόνων και είναι υπεύθυνες για τη συστηματική καταστροφή αυτής της χώρας, ξαναέγιναν κυβέρνηση. Και αυτό σημαίνει ότι περίπου ένας στους δύο Έλληνες ψήφισε την απόλυση από τη δουλειά του, την εγγυημένη μακρόχρονη ανεργία του, την πιθανή απώλεια του αυτοκινήτου και του σπιτιού του. Και σε αυτές τις καταστάσεις η αυτοκτονία είναι μια σίγουρη έξοδος από την κρίση. Αυτές οι αυτοκτονίες δεν έχουν ψυχολογικά κίνητρα αλλά κοινωνικά. Είναι μια από τις πολλές συνέπειες της κρίσης.
Η αντικατάσταση του Καρατζαφέρη στην κυβέρνηση από τον Κουβέλη, δεν κάνει τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αριστερότερα, αλλά κάνει τη ΔΗΜΑΡ να μετατοπίζεται δεξιά και να ευθυγραμμίζεται πλήρως με τους δύο δεξιούς κυβερνητικούς συμμάχους. Άρα ο κυβερνητικός συνασπισμός, είναι μια δεξιά συμμαχία μεγάλου εύρους που περιλαμβάνει από Πλεύρη και Γεωργιάδη μέχρι Κουβέλη και Ψαριανό. Και αυτό είναι μια επιτυχία της ΝΔ. Σε αυτή την επτακομματική Βουλή βρήκαν θέση δύο νέα κόμματα της δεξιάς. Το ένα ακροδεξιό και το άλλο ναζιστικό. Τα ποσοστά τους είναι εντυπωσιακά. Με την πρώτη τους εμφάνιση οι Ανεξάρτητοι Έλληνες παίρνουν 7,51%. Η Χρυσή Αυγή υπερφαλαγγίζει το ιστορικό ΚΚΕ, που έχει περίπου έναν αιώνα ζωή και είναι το αρχαιότερο κόμμα της Βουλής, και ξεπέρασε τη Δημοκρατική Αριστερά που στις εκλογές διεκδικούσε ακόμα την υπεύθυνη Αριστερά. Το σταθερό περίπου ποσοστό του 7% που πήρε η Χρυσή Αυγή και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις λέει πολλά. Ειδικά αν το συγκρίνεις με τα ποσοστά του ΣΥΝ, που για χρόνια έδινε τη μάχη του 3%.

Αυτοί που ψήφισαν τη Χρυσή Αυγή ανέρχονται στις εκλογές του Μαΐου περίπου σε 441.000 και σε αυτές του Ιούνη σε 426.000. Έχασαν μόνο 0,05%. Δηλαδή είναι μια δύναμη συμπαγής, που δείχνει να διαθέτει οπαδούς και φίλους που είχαν σε μεγάλο βαθμό πλήρη συνείδηση τι ψήφιζαν. Το ότι παρασύρθηκαν δεν είναι σωστό. Αυτό μπορεί να ισχύει για τους ψηφοφόρους του κυβερνητικού σχηματισμού που είχαν την ένθερμη υποστήριξη όλων των ΜΜΕ, ενώ η Χρυσή Αυγή δεν διέθετε αυτό το προνόμιο. Άρα αυτό το ποσοστό το οφείλει στη σχέση της με την κοινωνία, που δείχνει να την ανέχεται και σε μερικές περιπτώσεις να την υποστηρίζει ενεργά. Ένα τέτοιο κόμμα έχει προοπτικές ανάπτυξης και δεν αποκλείεται στις επόμενες εκλογές να τρίβουμε τα μάτια μας.
Η ακροδεξιά στην Ελλάδα έχει βαθιές ρίζες και οι ιδέες της είναι διάχυτες σε όλη την κοινωνία άσχετα από την κομματική ένταξη. Π. χ. ο ρατσισμός, η ξενοφοβία σε διάφορους βαθμούς είναι στοιχείο της προσωπικότητας του Νεοέλληνα. Ο ατομικισμός και ο εγωκεντρισμός που συνοδεύεται από μια υποταγή σε μια ανώτερη και αδιαμφισβήτητη εξουσία, είναι θεμελιώδης αρχή του φασισμού. Χαρακτηριστική περίπτωση εκλεπτυσμένης φασιστικής προπαγάνδας είναι οι ταινίες του Κλιντ Ίστγουντ, όπου υπάρχει ένα ανώτερος ήρωας, που δρα πάντα μόνος, εκτός θεσμών, κοινωνίας, συλλογικότητας και θριαμβεύει χάρη στις ξεχωριστές του ικανότητες τιμωρώντας τους κακούς όπου και να βρίσκονται. Η δράση κοινωνικών δυνάμεων, η πάλη των τάξεων, είναι άγνωστη και ανύπαρκτη στις ταινίες του Ίστγουντ. Και όμως έχει φανατικούς θαυμαστές από την Αριστερά, που δεν χάνουν ταινία του.

Η εγγλέζικη απόβαση στην απελευθερωμένη εαμική Ελλάδα αποσκοπούσε στη συντριβή του ΕΑΜ και την κατάκτηση της Ελλάδας. Σκοπός που επετεύχθη, άσχετα αν μετά τη χάρισαν στις ΗΠΑ. Δική τους ήταν και ό,τι ήθελαν την κάνανε. Το πρόβλημά τους ήταν πώς θα οικοδομούσαν ένα μεταπολεμικό νεοελληνικό κράτος αντικομμουνιστικό και στη δική τους υπηρεσία. Οι φασίστες του Μεταξά, οι συνεργάτες των Ναζί, οι δοσίλογοι, οι παρακρατικές συμμορίες δολοφόνων στελέχωσαν αυτό το κράτος και περίπου για τρεις δεκαετίες οι ακροδεξιές αντικομμουνιστικές ιδέες ήταν η επίσημη κρατική ιδεολογία, που την υποστήριζε με φυλακίσεις, βασανιστήρια, εκτελέσεις και λογοκρισία. Για μια θέση καθαρίστριας στο δημόσιο χρειαζόσουν πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Αυτή την κληρονομιά διεκδικεί η Χρυσή Αυγή και δεν αποκλείεται να τη δούμε αξιωματική αντιπολίτευση σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση.

Ένα άλλο στοιχείο που επιβεβαιώνει την κυριαρχία ακροδεξιών και ρατσιστικών συμπεριφορών, είναι η ανοχή της κοινωνίας, της κυβέρνησης και της Αστυνομίας στην οργανωμένη βία των ακροδεξιών συμμοριών που δολοφονούν, μαχαιρώνουν, ξυλοκοπούν όποιο μετανάστη βρουν ανήμπορο και μεμονωμένο ή όποιον Έλληνα τον θεωρούν αναρχικό ή μπολσεβίκο. Τη γραμμή της βίας την επιβεβαίωσε τηλεοπτικώς ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής Κασιδιάρης χτυπώντας δύο βουλευτίνες της Αριστεράς, την Δούρου και την Κανέλλη. Δεν του έγινε καμία δίωξη, όπως και ουδείς έχει συλληφθεί για τις δολοφονίες των μεταναστών. Πράγμα που σημαίνει ότι κάποιος τους προστατεύει, κάποιος τους ανέχεται και κάποιος τους καλύπτει. Και τα ΜΜΕ κρατούν μια ύποπτη σιγή γι’ αυτά τα εγκλήματα. Και η Χρυσή Αυγή αναπτύσσεται απρόσκοπτα με την καθημερινή ωμή βία, ορατή πια απ’ όλους. Δύσκολοι λοιπόν καιροί για τους πρίγκιπες της χώρας του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός από καμένη γη κυριολεκτικά, καταστρεμμένη οικονομία με τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας στα χέρια του παγκοσμιοποιημένου αρπαχτικού καπιταλισμού, με ανεργία που αυξάνεται κατά 1.300 ανθρώπους περίπου την ημέρα, με εκποίηση της ελληνικής γης στη Ρόδο και Κέρκυρα, με παράδοση της αγροτικής παραγωγής στις πολυεθνικές (αυτό στην ουσία σημαίνει το δώρο της Αγροτικής στην Πειραιώς.) και ξεχαρβαλωμένη Υγεία και Παιδεία, έχουμε μπροστά μας τη ναζιστική απειλή που μπορεί να γίνει και κυβέρνηση, αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποτύχει και τα πάει τόσο καλά όσο η Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Και αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα καταφέρει να βγάλει τη χώρα από την κρίση και δεν δώσει μια συγκεκριμένη προοπτική ανάπτυξης και ευημερίας, άθελά του θα γίνει η αίθουσα αναμονής του νεοναζισμού. Τα σημερινά πρώην μεγάλα κόμματα θα συρρικνωθούν ακόμα περισσότερο και αποτελούν εν δυνάμει συμμάχους της Χρυσής Αυγής για να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό, το νέο μπολσεβικισμό που λέγεται ΣΥΡΙΖΑ. Και η Ευρώπη της Μέρκελ θα επιδοκιμάζει.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από το μεγάλο πρόβλημα της συγκρότησής του σε ενιαίο φορέα, πράγμα καθόλου εύκολο γιατί η αντίσταση των γραφειοκρατών είναι δεδομένη –όταν δουν πως κινδυνεύουν οι έμμισθες καρέκλες τους και η πολυπόθητη προοπτική για το κοινοβούλιο– έχει να αντιμετωπίσει ένα ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα: το ρίζωμα του στην κοινωνία δημιουργώντας από τώρα κοινωνικούς θεσμούς που θα λειτουργούν για τον εαυτό τους, π.χ. δίκτυα αλληλεγγύης, συνεταιρισμούς, αγορές, κοινωνικά ιατρεία, φαρμακεία, και πολλά άλλα, χτίζοντας από τώρα τον κοινωνικό ιστό της χώρας με βάση την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη και την ισότητα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ μείνει μόνο στις κοινοβουλευτικές του δάφνες και αγνοήσει τη βάση του, δηλαδή την κοινωνία, θα μετατραπεί ταχύτατα σε μια νέα πολιτική εκδοχή που θα είναι σύνθεση ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ. Αλλά για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται ένας καθαρός ιδεολογικός άξονας που να πηγαίνει βαθιά στην Ιστορία της Αριστεράς και να πολιτεύεται με τις ιδέες της Αριστεράς του 21ου αιώνα. Να διεκδικήσουμε τους επτανήσιους ριζοσπάστες που ξεκίνησαν τον ελληνικό σοσιαλισμό, που ανακόπηκε λόγω «μπολσεβικοποίησης» που κυριάρχησε ένεκα της Μόσχας, να πάρουμε όλα τα ρεύματα που διαμορφώθηκαν τον 19ο και 20ό αιώνα, π.χ. αναρχικούς, τροτσκιστές, μαοϊκούς, αριστερούς σοσιαλιστές και ό,τι άλλο θέλεις, απ’ όλα έχει ο μπαξές, για να καταλάβουμε την ουσία της Αριστεράς που δεν είναι δόγμα, αλλά ανάλυση και σκέψη που μας επιτρέπει να καταλάβουμε την πραγματικότητα, για να δράσουμε και να την αλλάξουμε.

Και καλά όλα αυτά. Αλλά η κοινωνία τι θέλει; Από τη μεταπολίτευση μέχρι και σήμερα, για τέσσερις περίπου δεκαετίες είχαμε κυβερνήσεις της δεξιάς ΝΔ ή της παραλλαγμένης κρυπτοδεξιάς του ΠΑΣΟΚ, που όλες εκλέχτηκαν με ψεύτικες εξαγγελίες. Δηλαδή με μια προεκλογική απάτη. Υποσχέθηκαν μια επόμενη χρυσή τετραετία, που δεν ήρθε ποτέ, χρησιμοποιώντας μια παραλλαγή του «λεφτά υπάρχουν». Το ίδιο λένε και για τα μνημόνια. Θα κάνουμε τώρα θυσίες, για να απολαύσουμε αύριο τους καρπούς των θυσιών μας. Αλλά ιστορικά δεν υπάρχει κανένα τέτοιο προηγούμενο. Αντίθετα, έχουμε δεκάδες παραδείγματα οριστικής καταστροφής χωρών, που είχαν την ίδια πολιτική Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη, κατά κανόνα από τριτοκοσμικούς δικτάτορες αρχής γενομένης από τον Πινοσέτ. Η ανάπτυξη βρίσκεται εκτός μνημονίων και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών τής Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Και αυτό θέτει επί τάπητος τη συζήτηση αν τελικά η παραμονή μας στην ΕΕ και το ευρώ είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας ή των τοκογλύφων. Και επειδή όλα όσα προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ διαστρεβλώνονται, καλό είναι να κάνουμε μια διευκρίνιση για τους κάθε αδίστακτους Κεδίκογλους της πολιτικής ή της δημοσιογραφίας. Άλλο πράγμα η συζήτηση για την ΕΕ και το ευρώ, που γίνεται σε όλη την Ευρώπη, και άλλο πράγμα η άμεση έξοδος από την ΕΕ.

Οι τέσσερις δεκαετίες της μεταπολίτευσης δεν δημιούργησαν νέα αριστερά πολιτικά κινήματα. Οι Οικολόγοι-Πράσινοι και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπόρεσαν να αναπτυχθούν και να πάρουν ένα ποσοστό που θα τους επέτρεπε την είσοδο στη Βουλή. Και αυτό θα μπορούσε να ήταν «γραδόμετρο» για να μετρήσουμε σε τι βαθμούς έχει φτάσει η Αριστερά.

perkor29@gmail.com